19-20 Οκτωβρίου 1912 – Η Κρισιμότερη Σύγκρουση του Α’ Βαλκανικού Πολέμου. Ο Αιφνιδιασμός, η Νίκη με 188 Νεκρούς και η Ολιγωρία που Επέτρεψε την Υποχώρηση του Εχθρού.
Η Μάχη των Γιαννιτσών, που διεξήχθη στις 19 και 20 Οκτωβρίου 1912, υπήρξε η σημαντικότερη και φονικότερη σύγκρουση για τον Ελληνικό Στρατό κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο. Η νίκη που επετεύχθη, με βαρύ τίμημα σε ανθρώπινες ζωές, διέλυσε την τελευταία οργανωμένη γραμμή άμυνας των Τούρκων δυτικά του Αξιού και άνοιξε θριαμβευτικά τον δρόμο για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.
Η Στρατηγική Θέση και ο Αιφνιδιασμός
Το Οθωμανικό Επιτελείο, υπό τον Ταχσίν Πασά, επέλεξε τα Γιαννιτσά ως αμυντική τοποθεσία, όχι μόνο για στρατηγικούς λόγους (αποκλεισμός της κύριας οδού προς Θεσσαλονίκη, στήριξη στα πλευρά του Παϊκου και της λίμνης), αλλά και λόγω του ιερού χαρακτήρα της πόλης για τους Τούρκους, καθώς εκεί ήταν θαμμένος ο παλαιός στρατηλάτης Γαζή Αχμέτ Εβρενός Μπέης.
Παρά τη στρατηγική επιλογή, η θέση παρουσίαζε ένα κρίσιμο μειονέκτημα: ο Αξιός ποταμός βρισκόταν στα νώτα των αμυνομένων, καθιστώντας μία υποχώρηση εξαιρετικά δύσκολη. Ο Ταχσίν Πασάς παρέταξε δυτικά των Γιαννιτσών λιγότερους από 30.000 άνδρες (τη 14η Μεραρχία Σερρών και ενισχύσεις από τον Σαραντάπορο).
Η ελληνική προέλαση, που ξεκίνησε το πρωί της 19ης Οκτωβρίου από τη Βέροια, χαρακτηρίστηκε από έλλειψη πληροφοριών για το μέγεθος του εχθρού. Το Γενικό Στρατηγείο, έχοντας ως κύριο μέλημα την άμεση κατάληψη της Θεσσαλονίκης πριν τους Βουλγάρους, αποφάσισε να προχωρήσει σε μάχη εκ συναντήσεως με 6 Μεραρχίες.
«Δεν είχομεν προφθάσει να βαδίσωμεν ένα χιλιόμετρον επί της οδού», αναφέρει ο Ευστάθιος Λιώσης, όταν αιφνιδίως το στρατηγείο της 2ης Μεραρχίας δέχθηκε πυκνά πυρά πυροβολικού, καθώς ο εχθρός βρισκόταν «υπό την ρίνα μας».
Η Διήμερη Σφοδρή Σύγκρουση
Η μάχη ξεκίνησε στις 9 το πρωί της 19ης Οκτωβρίου. Οι ελληνικές Μεραρχίες (1η, 2η, 3η, 4η και 6η) επιτέθηκαν στον άξονα βόρεια της λίμνης, ενώ η 7η Μεραρχία, η Ταξιαρχία Ιππικού και το απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου δρούσαν νότια της λίμνης.
19 Οκτωβρίου: Διάσπαση της Εχθρικής Γραμμής
Κατά τη διάρκεια της ημέρας, τα ελληνικά τμήματα προωθήθηκαν και, παρά τον αιφνιδιασμό, κατάφεραν να διασπάσουν την εχθρική γραμμή και να φτάσουν έξω από την πόλη. Ιδιαίτερα διακρίθηκε το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων του Αντισυνταγματάρχη Διονύσιου Παπαδόπουλου, το οποίο πραγματοποίησε σφοδρότατες επιθέσεις κατά της δεξιάς του εχθρού στο χωριό Πυλωρύγι, κρίνοντας την έκβαση του αγώνα.
Τη νύχτα, οι επιχειρήσεις διακόπηκαν λόγω μιας τρομακτικής καταιγίδας. Πολλοί Τούρκοι έφεδροι από τα κοντινά χωριά εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και διασκορπίστηκαν.
20 Οκτωβρίου: Η Υποχώρηση των Τούρκων
Το πρωί της 20ης Οκτωβρίου, ο τουρκικός στρατός άρχισε να συμπτύσσεται. Στις 11 π.μ. ο Ελληνικός Στρατός εισερχόταν στα Γιαννιτσά .
Η νίκη ήταν πανηγυρική, αλλά ατελής. Λόγω των ολιγωριών και των καθυστερήσεων, ιδίως από τις δυνάμεις που δρούσαν νότια της λίμνης (7η Μεραρχία και Ταξιαρχία Ιππικού), δεν έγινε εφικτή η έγκαιρη διέλευση του Λουδία ποταμού. Οι υποχωρούντες Τούρκοι διέβησαν ανενόχλητοι τη γέφυρα του Αξιού ανατολικά του Μεντεσελί (Έλλη) και πέρασαν ασφαλείς στην ανατολική όχθη, την οποία και πυρπόλησαν αργότερα.
Ο τότε Λοχαγός Κ. Ζωρογιαννίδης κατήγγειλε ότι η 7η Μεραρχία του Υποστρατήγου Κλεομένη, ευρισκόμενη σε κοντινή απόσταση, «ηρκέσθη να γίνη απλούς θεατής» του αγώνα, γεγονός για το οποίο δέχθηκε δριμεία επίπληξη από τον Αρχιστράτηγο Διάδοχο Κωνσταντίνο.
Ο Απολογισμός και το Μέτωπο της Θεσσαλονίκης
Η Μάχη των Γιαννιτσών ήταν φονική.
| Δύναμη | Νεκροί | Τραυματίες | Σύνολο Απωλειών |
| Ελληνικός Στρατός | 188 (μεταξύ τους 10 αξιωματικοί, όπως ο Αδάμ Δούκας και ο Κ. Δημητρακόπουλος) | 973 (μεταξύ τους 29 αξιωματικοί) | 1.161 |
| Τουρκικός Στρατός | Περίπου 3.000 | Πολλαπλάσιοι |
Μετά την κατάληψη των Γιαννιτσών, ο Ελληνικός Στρατός επισκεύασε τις γέφυρες και προχώρησε προς τον Αξιό. Το Γενικό Στρατηγείο εγκαταστάθηκε διαδοχικά στο Άδενδρο και στο χωριό Γέφυρα (Τόψιν).
Εκεί, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος συνάντησε τους προξένους της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι ζήτησαν να μην βομβαρδιστεί η πόλη. Ο Κωνσταντίνος έστειλε τον Επιτελάρχη του, Αντισυνταγματάρχη Βίκτωρα Δούσμανη, στον Ταχσίν Πασά, με την εντολή για παράδοση άνευ όρων.
Τελικά, μετά από διαπραγματεύσεις που διήρκεσαν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες της 27ης Οκτωβρίου, υπογράφηκε η συνθηκολόγηση, βάσει της οποίας ο Οθωμανικός Στρατός στην περιοχή αιχμαλωτιζόταν. Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, βιαζόμενος να προλάβει την άφιξη της 7ης Βουλγαρικής Μεραρχίας του στρατηγού Θεοδωρώφ, ξεκίνησε σιδηροδρομικώς και έφτασε στη Θεσσαλονίκη στις 4 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου.
Στις 29 Οκτωβρίου 1912, ο Βασιλιάς Γεώργιος αφίχθη στην πόλη και υψώθηκε η Ελληνική Σημαία στον Λευκό Πύργο, επισφραγίζοντας την απελευθέρωση της πρωτεύουσας της Μακεδονίας.