«Αφιερωμένο σε όλους τους συμμαθητές μου στο Γυμνάσιο, αλλά και σεόλους τους κκ καθηγητές μας, που ποτέ μέχρι σήμερα δεν τους ξέχασα, γιατί ήταν
αληθινοί δάσκαλοι…»
πας στο Γυμνάσιο; Πέρασε η ώρα!
σπιτιού, όχι μόνο έκανα πως δεν άκουσα, αλλά γύρισα και από την άλλη μεριά,
παίρνοντας φόρα για καινούρια όνειρα και ραχάτια. Τι γλυκός ο ύπνος το πρωί και
μάλιστα όταν είσαι παιδί του Γυμνασίου..!
«χασομέρι» τραχανά και με τα ποδαράκια να φθάσω με τα’ άλλα παιδιά, από τη
Δωροθέα στην Αριδαία, σίγουρα θα μ’ έπαιρνε ώρα. Μάλιστα υπήρχε περίπτωση και
να αργήσω στην πρώτη ώρα του μαθήματος! Και αν συμβεί αυτό, άντε να
αντιμετωπίσεις τον Γυμνασιάρχη! Ευτυχώς όμως, που όλα έγιναν στον απαραίτητο
χρόνο και έτσι, μαζί με τους άλλους συμμαθητές μου, ήμουνα και εγώ παρών, στο πρώτο
της ημέρας ψυχρό χτύπημα του κουδουνιού, από τον επιστάτη τον κύριο Γιάννη τον
Σβάρνα.
«απαξάπαντες», μπροστά στην είσοδο με τη σειρά των τάξεων. Στα δεξιά η πρώτη,
που ήμουνα και εγώ, αριστερά απ’ αυτή η Δευτέρα και… τέρμα αριστερά η έκτη.
Στον εξώστη όλοι οι καθηγητές, αγουροξυπνημένοι, με πρησμένα τα μάτια,
συναγωνίζονται στις φωνές τον Γυμνασιάρχη κ.Χαλδαιόπουλο, με το μικρόφωνο στα
χέρια να ωρύεται, επειδή βλέπει από την κεντρική πόρτα της αυλής, να έρχονται
ακόμα μαθητές. Χαρακτηριστικές έως και βαρετές σ’ αυτήν την περίπτωση, οι
παραινέσεις του με τον βοηθό του τον κ.Ρασιδάκη.
γραμμάς.
εκτελεστικό όργανο του Γυμνασιάρχη, ο γυμναστής ο κ.Σιδηρόπουλος. Φορώντας την
αθλητική φόρμα και με τη σφυρίχτρα στο χέρι, καθώς και με τα πράσινα γυαλιά
ηλίου στα μάτια, ας είναι και συννεφιά, περιέρχεται τις γραμμές και «ουαί και
αλλοίμονο» στους αργοπορημένους αλλά και σ’ εκείνους που δεν απλώνουν καλά τα
χέρια στη στοίχιση ή δεν βγάζουν καλά το πόδι τους μπροστά στην ανάπαυση ή
τέλος πάντων δεν κάθονται ακίνητοι στην προσοχή. Το κορδόνι που είναι δεμένη η
σφυρίχτρα, «σφυρίζει» δίπλα τους, όταν χάνει τον στόχο του. Δεν το συζητώ όμως
όταν τον βρίσκει..!
στις γραμμές. Από εδώ και πέρα, σε όλες τις τάξεις, επικρατεί «άκρα του τάφου
σιωπή», προκειμένου να ακουστεί η πρωινή προσευχή και ύστερα, καπάκι, να γίνει
η έπαρση της σημαίας, που είναι στο μπαλκόνι του Γυμνασίου, ακριβώς πάνω από τη
θέση, που βρίσκεται ο Γυμνασιάρχης με το επιτελείο του.
το «Συ που κόσμο κυβερνάς και ζωή παντού σκορπάς…» και ύστερα το «Λευκή σαν
όνειρο γαλάζια ωραία…» Και οι δύο ύμνοι, τραβούν την προσοχή όλων των
περαστικών, στους δρόμους δίπλα από την αυλή του Γυμνασίου και βέβαια,
σηματοδοτούν την αρχή, μιας δύσκολης μέρας για τους μαθητές στις αίθουσες.
την είσοδο στις τάξεις, ο Γυμνασιάρχης πάλι κάτι έχει να πει. Παίρνει το
μικρόφωνο και αρχίζει τις χθεσινές και προχθεσινές παρατηρήσεις και συμβουλές,
που φθάνουν πολλές φορές, μέχρι τα όρια της ποινής της «αποβολής».
απόγευμα. Πολλοί, πάνε στον κινηματογράφο, χωρίς να «συνοδεύονται» από τους
κηδεμόνες τους και κάποιοι όταν βλέπουν καθηγητές στον δρόμο, εξαφανίζονται για
να μην τους χαιρετήσουν. Επίσης μερικοί και μερικές βρίσκονται «ασυνόδευτοι»
στα ζαχαροπλαστεία, πίνουν ποτά και καπνίζουν… Τέλος κάποιοι και κάποιες,
βαδίζουν στους δρόμους με εξωσχολικούς και μη, χέρι με χέρι «δίκην» ερωτευμένων
ζευγαριών..! Σας τα λέμε όλα αυτά, για να σας προστατέψουμε. Προσέξτε μη
βρεθείτε προ εκπλήξεων..! Περάστε τώρα μέσα με απόλυτες γραμμές και οι
καθηγητές να δούνε την εμφάνιση των μαθητών και μαθητριών.
στην εμφάνιση. Απαράδεκτοι και γι’ αυτό αύριο πρέπει να παρουσιαστούν με τον
κηδεμόνα τους στον Γυμνασιάρχη, όσοι πάνε… σύμφωνα με τη μόδα! Έχουν δηλαδή οι
μαθητές υπερβολικά «καμπάνα» παντελόνι και οι μαθήτριες υπερβολικά κοντή «μίνι»
ποδιά με λερωμένο τον άσπρο γιακά τους. Ίδια αντιμετώπιση και σε όσους, παρά
τις συστάσεις, δεν φέρουν το σήμα του Γυμνασίου δεξιά στο στήθος, που δηλώνει
τη μαθητική τους ιδιότητα: «Μικτόν Γυμνάσιον Αριδαίας» με την κουκουβάγια στη
μέση, που είναι το πουλί της σοφίας, της θεάς Αθηνάς. Όλοι αυτοί «οι
απείθαρχοι», δίνουν τα ονόματά τους στον αρμόδιο καθηγητή. Στις μαθήτριες
επιπλέον, η τρίτη κατά σειρά βοηθός Γυμνασιάρχη, η κυρία… «δείνα» μ’ ένα
ψαλίδι, ξηλώνει και κατεβάζει τον ποδόγυρο από τις ποδιές, έτσι ώστε σίγουρα
την επόμενη μέρα οι μαθήτριες, να έρθουνε με την ποδιά ως το γόνατο.
επικρατεί ανησυχία. Πρώτη ώρα μαθηματικά, γεωμετρία, αρχαία, ιστορία, φυσική. Ο
καθηγητής βιαστικός, πλησιάζει στην αίθουσα και ο μαθητής, που είναι ο
επιμελητής της τάξης, τον περιμένει έξω, κρατώντας τα χερούλια της πόρτας. Λίγο
πριν αυτός μπει μέσα στην τάξη, ο επιμελητής φωνάζει «έρχεται» και όταν ο
καθηγητής μπαίνει, όλοι σηκώνονται αποδίδοντες τον πρέποντα σεβασμό.
δάσκαλος», ανοίγει την τσάντα και βγάζει τον κατάλογο. Ωχ! Ωχ! Ακούγεται από
κάτω και η ατμόσφαιρα ηλεκτρίζεται. Ησυχία και ένταση συγχρόνως. Πίσω από τις
πλάτες μαθητών που κάθονται μπροστά, μερικές καρδιές αρχίζουν να χτυπάνε
δυνατά. Μαζί γίνονται δεήσεις και τάματα, συνοδεία βιαστικών σταυρών. Όπως και
να το κάνουμε, κάποιοι δεν διάβασαν! Γι’ αυτό τώρα, πρέπει να τους βοηθήσει ο
Ύψιστος, να μην σηκωθούν για μάθημα, «αδιάβαστοι όντες»! «Εν τέλει», φωνάζονται
τα ονόματα και οι άτυχοι αδιάβαστοι, σηκώνονται στον πίνακα, να πουν «απ’έξω»
το μάθημα, δίπλα στους «εξπέρ» τυχερούς διαβασμένους. Ο κατάλογος κλείνει και
τα «κομπρεσέρ» σταματάνε να φορτσάρουν μέσα στα ραγισμένα στήθη. Οι πιέσεις
επανέρχονται στα φυσιολογικά επίπεδα και τα χαμόγελα ανθίζουν στα φοβισμένα
πρόσωπα. Ωστόσο, κάπου-κάπου ακούγεται πάλι κάποιο ξεφούσκωμα, συνοδευόμενο με
ένα ψιθυριστό «Ευχαριστώ Θεέ μου». Όσοι σηκώθηκαν και είπαν «νεράκι» το μάθημα,
πήραν πάνω από τη βάση, όσοι όμως δεν άνοιξαν να δουν, έστω και τη σελίδα του
στο βιβλίο, πήραν μονάδα, άντε και κανένα πέντε στην περίπτωση που ο καθηγητής
είναι χουβαρδάς. Ιδιαίτερα, στο μάθημα των μαθηματικών και της άλγεβρας, ο
καθηγητής θέλοντας να διασκεδάσει την κατάσταση, για όσους πήραν μικρό βαθμό,
τους είπε:
μου η Ασπασία…
συγκεντρωμένοι ν’ ακούσουν τον καθηγητή στον μονόλογό του. Όσο μιλάει,
απαγορεύεται κάθε διακοπή για ερώτηση. Ερωτήσεις, επιτρέπονται μόνο στο τέλος,
πέντε λεπτά πριν χτυπήσει το κουδούνι για διάλειμμα. Παρά τις προσπάθειες του
όμως, να εμπεδώσει το μάθημα στην παράδοση, δεν το πετυχαίνει. Στα τελευταία
θρανία η «ορατότητα, είναι μηδενική». Ο μονόλογος, εκεί στο βάθος της αίθουσας
έρχεται στ’ αυτιά σαν νανούρισμα και η υπνηλία κάνει σχεδόν όλους στο τούνελ να
χασμουριούνται σαν κροκόδειλοι στο βάλτο. Αλλά να! Τι χαρά! Το κουδούνι για
διάλειμμα. Πάμε αμέσως να φάμε κανά-σάντουϊτς, από το κυλικείο του κυρ Γιάννη
του επιστάτη και άσε τις ερωτήσεις και απορίες της παράδοσης. Αυτήν την ώρα
προέχει η υλική τροφή;
καλοφτιαγμένα σάντουϊτς του επιστάτη. Η κυρά Κούλα η γυναίκα του, δεν
προλαβαίνει να δίνει. Νοστιμότατα! Όσοι έχουν λιγότερα χρήματα, τρώνε μια ζεστή
τυρόπιτα, που αγοράζουν από τους δύο τυροπιτάδες, έξω στα κάγκελα.
συμμαθητών μας.
τραγανό κουλουράκι από τον κουλουρτζή, που στέκεται γελαστός στην είσοδο του
προαυλίου, φορώντας την άσπρη ποδίτσα του στη μέση. Τέλος, υπάρχουν και οι
μαθητές της τελευταίας κατηγορίας. Αυτοί δεν τρώνε. Επαναλαμβάνουν μονάχα από
μέσα τους, το «δει δη χρημάτων…» και δεν παίρνουν τίποτα. Βλέπουν τους άλλους
που τρώνε…
των μεγάλων τάξεων. Συμμετέχουν και καθηγητές, με φαβορί εδώ στον αγώνα, τον
καθηγητή των Γαλλικών, τον κύριο Μιχαηλίδη. Το ίδιο και στο βόλεϊ. Εδώ,
πρωταγωνιστεί η καθηγήτρια της γυμναστικής, η κυρία Τριψιάνη. Με τη βραχνή φωνή
της, φωνάζει, δίνει συμβουλές, χτυπιέται στον αγώνα με τα λάθη των άλλων, αλλά
…κανένας δεν την ακούει. Ώσπου αναγκάζεται να αποχωρήσει «εις ένδειξιν
διαμαρτυρίας», κρατώντας την πράσινη φόρμα στα χέρια της. Έχασε η ομάδα της και
όλα της φταίνε.
από τους συμμαθητές, πίσω από τους τοίχους και τα δέντρα, προτιμούν να
μελετήσουν το μάθημα της επόμενης ώρας. Έτσι, άλλοι απ’ αυτούς διαβάζουν νοερά,
κοιτώντας αμήχανα τον ουρανό και τη γη και άλλοι φωναχτά, σαν ηθοποιοί που
μαθαίνουν τον ρόλο τους, κουνώντας χέρια και πόδια, ίσως για καλύτερη
απομνημόνευση. Κάποιοι άλλοι, «κάργα ερωτευμένοι», πιάνουν τρυφερή κουβέντα με
το… «αμόρε». Προς Θεού πάντα σε ασφαλή ορατή απόσταση από αυτό, μην γίνουν
αντιληπτοί από τους καθηγητές. Οι καρδιές τους όμως είναι πολύ κοντά…; Και
άλλοι, με χίλιες μύριες προφυλάξεις για τον ίδιο λόγο, τραβάνε καμιά τζούρα να
ξεχαρμανιάσουν, πίσω στα αποχωρητήρια, προσποιούμενοι σωματική τους ανάγκη. Οι
φουκαριάρηδες, κρύβονται πίσω από το δάκτυλό τους..! Δεν υπολογίζουν τον καπνό
που βγαίνει ντουμάνι από τα παράθυρα. Και τέλος, οι πιο καλοί, μόνο κάθονται.
Πολύ ήρεμοι και υπομονετικοί, αράζουν στην αίθουσα και με τις πόρτες και τα
παράθυρα ανοιχτά, περιμένουν να ξαναχτυπήσει το κουδούνι, για το μάθημα της
δεύτερης ώρας! Θεέ μου! Σ’ αυτό το Γυμνάσιο, ο καθένας με τον νταλκά του, τα
χόμπι του, τις ιδιοτροπίες και τις αδυναμίες του!
διάλειμμα, ότι από τον καθηγητή της φυσικής τον κύριο Τσιροδήμο, θα μπει
έκτακτο γραπτό διαγώνισμα!
Δευτεριάτικα! Χάθηκαν οι άλλες μέρες; Και δωστου τα σχόλια …επί σχολίων! Μέχρι
και κατάρες ακούγονται από κάποιους… κακούληδες, αδιάβαστους!
μπορεί να γίνει η γραπτή εξέταση, οι μαθητές μπαίνουν με αγωνία. Τι θα γίνει
στην ώρα αυτή; Θα μπει διαγώνισμα; Τυχεροί οι διαβασμένοι. Οι αδιάβαστοι όμως!
Αυτοί τι θα γράψουν; Τα διαγώνισμα είναι «κεραυνός εν αιθρία». Δεν προφταίνουν
να ετοιμάσουν, ούτε τουλάχιστον «τα σκονάκια». Έλα μωρέ σκέφτονται. Κάτι θα
γράψουμε, κάτι θα σκεφτούμε. Στην ανάγκη θα κλέψουμε από τα βιβλία!
δεν βγάζουν μιλιά. Λες και ήπιαν το αμίλητο νερό. Αυτός όμως δεν κοιτάει
κανέναν. Μόνο ψάχνει-ψάχνει μέσα στην τσάντα του. Νεκρική σιγή. Σποραδικά μόνο,
ακούγεται κάποιος φτιαχτός ξερόβηχας, κυρίως από τους αδιάβαστους. Και, μόλις ο
καθηγητής βρίσκει αυτό που θέλει, δηλαδή τα θέματα του διαγωνίσματος, όλοι
μένουν «στήλες άλατος» όταν ακούνε:
κόλλες που σχίζονται από τα τετράδια, οι τσάντες που ψάχνονται, τα βιβλία που
μπαίνουν στο κατάλληλο σημείο για αντιγραφή, όλα δημιουργούν έναν παράξενο
θόρυβο και φτιάχνουν μια ατμόσφαιρα, ίδια με εκείνη του εκτελεστικού
αποσπάσματος. Εύκολα ή δύσκολα τα θέματα! Κανένας δεν ξέρει, μέχρι που δίνονται
και κάποιοι ανακουφίζονται. Οι διαβασμένοι γράφουν-γράφουν, χωρίς να
τελειώνουν. Οι αδιάβαστοι; Αυτοί, πίσω από τις πλάτες των συμμαθητών τους και
κάτω από τα θρανία, περιπλανούνται σαν φαντάσματα του Κάτω Κόσμου και ψάχνουν-ψάχνουν
τις σελίδες των βιβλίων τους, προκειμένου να «κλέψουν». Τα μάτια τους
δεκατέσσερα. Τα μισά απ’ αυτά βλέπουν μπροστά για την «παρανομία». Τα άλλα μισά
είναι στραμμένα προς την έδρα που είναι ο καθηγητής. Αν τους πιάσει καήκανε! Θα
τους πάρει το γραπτό και θα τους μηδενίσει. Ύστερα είναι και το ρεζίλεμα…! Πού
θα πάνε να βρούνε τρύπα να κρυφτούν;
διακινδυνεύουν. Αντιγράφουν, παρά το άγρυπνο μάτι του «βούδα» καθηγητή, που
κάθεται στην έδρα και κάνει πως βλέπει έξω από το παράθυρο. Όμως, δεν είναι
όλοι επαγγελματίες στο είδος! Υπάρχουν και οι ερασιτέχνες, οι αδέξιοι σε τέτοια
άλματα. Αυτοί, δυστυχώς πέφτουν «βορά» στα μάτια του. Τους αφαιρείται το χαρτί
και «πυξ-λαξ» πετάγονται έξω από την τάξη. Τι να κάνουμε, ας πρόσεχαν!
διαγώνισμα τελειώνει. Ο καθένας που βγαίνει έξω, παραδίδει την κόλλα του στον
καθηγητή. Και αυτός που έγραψε και αυτός που δεν έγραψε. Αλλά δεν βαριέσαι;
Όλοι πρέπει να είναι αισιόδοξοι! Για όλους έχει ο Θεός! Πού θα πάει όμως;
Στραβά-κουτσά θα περάσουν και σήμερα οι υπόλοιπες ώρες, όσο δύσκολες και αν
είναι!
μήπως κόλλησε ο διακόπτης ή ο επιστάτης το κάνει επίτηδες, αστειευόμενος με τον
πόνο των μαθητών. Ώσπου στο τέλος διαπιστώνω, ότι δεν είναι το κουδούνι του
Γυμνασίου, αλλά το κουδούνι από το ξυπνητήρι του σπιτιού, που με καλεί να
σηκωθώ πρωί-πρωί, για να πάω στο γραφείο μου.
σήμερα τόσο νοσταλγικός, ήταν στον ύπνο και στο όνειρό μου! Κρίμα! Τέτοια
όνειρα, ας μη τέλειωναν ποτέ!