Toυ Θεόδωρου Γ. Πάγκαλου,
Τέως αντιπροέδρου της κυβέρνησης
Η
πρώτη μορφή ευρωπαϊκής ενοποίησης ήταν η ένωση ελαχίστων χωρών, γύρω από το
βιομηχανικό κέντρο της Ευρώπης, με πρόσχημα την εναρμόνιση των τομέων άνθρακος
και χάλυβα αλλά με απώτερο στόχο την πολιτική ενοποίηση. Η μέθοδος θα ήταν
δημοκρατική. Δηλαδή, κάθε βήμα θα έπρεπε να έχει την έγκριση της πλειοψηφίας
των πολιτών κάθε χώρας και επομένως να συμβάλει στην ευημερία της πλειοψηφίας
των εργαζομένων. Η ουσία της διαδικασίας θα ήταν η βαθμιαία μετάθεση αποφάσεων
από το εθνικό σε υπερεθνικό επίπεδο. Γι’ αυτό και είναι εσφαλμένο και
αντιφατικό να επικαλείται κάποιος ταυτόχρονα την εθνική κυριαρχία και την
ευρωπαϊκή ενοποίηση, που συνίσταται ακριβώς στη βαθμιαία αποδυνάμωση της
εθνικής κυριαρχίας, την αφαίρεση αρμοδιοτήτων από το εθνικό επίπεδο, την
υπαγωγή όλο και περισσότερων τομέων στις υπερεθνικές συλλογικές αποφάσεις που
παίρνονται είτε στα πλαίσια της ευρωπαϊκής επιτροπής είτε από το συμβούλιο
υπουργών.
Πρόκειται
για μια κοσμογονία. Μέχρι τότε η ευρωπαϊκή ιστορία είχε ως βασικό κινητήρα τη
δημιουργία νέων εθνών με μέσο τη στρατιωτική βία. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
υπήρξε μία άλλη εξέλιξη. Όχι μόνο δεν ήταν πια η δημιουργία εθνικής υπερδομής ο
στόχος, αλλά αντίθετα η βαθμιαία αποδυνάμωσή της μέχρι και την κατάργησή της,
που θα επικυρωθεί πολιτικά με την αποδοχή, από όσους συμμετέχουν, μιας
κορυφαίας ομοσπονδιακής δομής: των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης.
Η
Ευρώπη είναι ένα ποδήλατο. Όπως όλα τα δίτροχα δεν ισορροπεί αν δεν κινείται
προς τα μπρος. Το ερώτημα «ποια Ευρώπη χρειάζεται η Ελλάδα» είναι δευτερεύον
και πηγάζει από μια αμυντική αντιμετώπιση των αιτημάτων για παραχώρηση εθνικής
κυριαρχίας. Το ερώτημα είναι αν η Ευρώπη χρειάζεται την Ελλάδα και σε ποιο
ρόλο. Η Ελλάδα είναι χώρα μικρή, οικονομικά θα λέγαμε ασήμαντη, που έχει όμως
μεγάλο γεωστρατηγικό ενδιαφέρον. Τα συμφέροντα του σήμερα, κυρίως στον τομέα
της ενέργειας και οι αναμνήσεις του χθες στο πεδίο του πολιτισμού πιστεύουμε
ότι ενισχύουν την άποψη ότι: ευρωπαϊκή ενοποίηση χωρίς την Ελλάδα δεν νοείται.
Όπως
σε όλες τις οικογένειες όμως υπάρχει ένα όριο, που δεν πρέπει να εξαντληθεί. Θα
ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι κράτη και λαοί που έχουν αποδεχθεί ως κοινό
πρότυπο μια ορισμένη, εκλογικευμένη συμπεριφορά θα μας ανεχθούν με κυβερνήσεις
των οποίων η παρουσία θα ανήκει στο χώρο του ακαταλόγιστου και πολιτικές
ανεύθυνες και τυχοδιωκτικές. Εμείς πρέπει να επωμιστούμε το καθήκον, να
καλύψουμε αταβισμούς, τη σπουδή του παρελθόντος, τη σύγχυση και τις εσωτερικές
έριδες, που μας καταδικάζουν σε ένα είδος συμπεριφοράς, που μας οδηγεί στη
χρεωκοπία και στην ανυποληψία. Η Ελλάδα πρέπει να ανήκει στον σκληρό, πρωτοπόρο
πυρήνα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και να βοηθιέται μονάχα για αδυναμίες, που
μπορεί η ίδια με υπερηφάνεια να ανεχθεί ή να ομολογήσει.
Προς
ποια κατεύθυνση πρέπει να εξελιχθεί η Ευρώπη εξαρτάται από τη συνολική πολιτική
ισορροπία που θα διαμορφωθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στα εθνικά
Κοινοβούλια της κάθε χώρας χωριστά. Η ενοποίηση προχωρούσε με ραγδαία βήματα
από τη δημιουργία του αρχικού πυρήνα με λελογισμένες και προσεγμένες κινήσεις
προς τις χώρες που ήταν ώριμες οικονομικά και πολιτικά. Έτσι διαμορφώθηκε η
εσωτερική αγορά με την κατάργηση των δασμών και των τεχνικών εμποδίων. Η
ολοκλήρωση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής οδήγησε στην εισαγωγή του κοινού
νομίσματος, του ευρώ, για όσες χώρες το επιθυμούσαν και η ελευθέρα κυκλοφορία
και εγκατάσταση πολιτών και κεφαλαίων άνοιξε το δρόμο για την αναζήτηση μιας
κοινής εξωτερικής πολιτικής και κοινής πολιτικής άμυνας.
Μετά
το 1990 τα πράγματα δυσκόλεψαν, όσο και αν φαίνεται παράδοξο, με την κατάρρευση
του κομμουνιστικού συστήματος και μετά την αποσύνθεση κρατών όπως η
Τσεχοσλοβακία, η Γιουγκοσλαβία και βεβαίως πάνω από όλα η Σοβιετική Ένωση. Για
λόγους κυρίως πολιτικούς έγιναν πρόωρα αποδεκτοί οι Πολωνοί, οι Τσέχοι, οι
Σλοβάκοι, οι Ούγγροι, οι Σλοβένοι, οι Κροάτες, οι Εσθονοί, Λετονοί και
Λιθουανοί και βεβαίως οι Ρουμάνοι και οι Βούλγαροι. Όλες αυτές οι χώρες
παρουσίαζαν κολοσσιαία προβλήματα καθυστέρησης υποδομών και οργάνωσης της
παραγωγής και είχαν ανάγκη να επεκταθεί το σύστημα αλληλεγγύης περιοχών που
είχε ως πρώτη του εκδήλωση τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ),
έμπνευση και υλοποίηση της ελληνικής διπλωματίας.
Βεβαίως
οι πολιτικές αλληλεγγύης πρέπει να πολλαπλασιαστούν και να αναπτυχθούν κυρίως
σε ότι αφορά την τεχνολογία και τις συγκοινωνίες. Δεν πρέπει όμως η
ανασυγκρότηση των χωρών, που έπληξε ο κομμουνισμός, να γίνει σε βάρος των
νότιων περιοχών, που παρουσιάζουν μια ιστορική καθυστέρηση (Ισπανία,
Πορτογαλία, Νότια Ιταλία, Κύπρος, Μάλτα και βεβαίως Ελλάδα). Γι’ αυτό το λόγο,
πρέπει να αυξηθεί ο προϋπολογισμός της ΕΕ στο ύψος που εκάστοτε προτείνει η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι κοινοτικές δαπάνες είναι
ασήμαντο ποσοστό των προϋπολογισμών των χωρών μελών. Πρέπει να διευκολυνθούν οι
τεχνολογικές και εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες όσων χωρών υστερούν. Η ευρωπαϊκή
ενοποίηση είναι η νέα ιδεολογία, που πρέπει να αντικαταστήσει τις ατελέσφορες
ιδεοληψίες του 19ου αιώνα για την κοινωνική ανατροπή.
Υπάρχει
νέα ιδεολογία αλληλεγγύης αντίστασης στην παγκοσμιοποίηση μείωσης των
περιφερειακών διαφορών και παγκόσμιας ειρήνης: οι Ηνωμένες Πολιτείες της
Ευρώπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου