Κυριάκος Μητσοτάκης: Πάντα χαίρομαι καλωσορίζοντας στην Αθήνα τον φίλο Πρόεδρο, Νίκο
Αναστασιάδη. Σήμερα, όμως, αγαπητέ μου Νίκο, η χαρά μου, η χαρά μας πιστεύω πως
είναι διπλή, καθώς τιμούμε τα 200 χρόνια της εθνικής μας παλιγγενεσίας. Κοινές
οι μνήμες, κοινή η παράδοση, κοινή και η εθνική μας εορτή. Και σε ευχαριστώ από
καρδιάς που ανταποκρίθηκες στην πρόσκλησή μας να βρεθείς μαζί μας αυτή την
ξεχωριστή στιγμή για τον Ελληνισμό ολόκληρο.
Η συνάντησή μας
επιβεβαίωσε για ακόμα μία φορά την άριστη συνεργασία των κυβερνήσεών μας, τόσο
στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Συζητήσαμε για την παρούσα φάση των Ευρωτουρκικών σχέσεων. Συζητήσαμε σχετικά
και με την προετοιμασία της άτυπης πενταμερούς συνάντησης για το Κυπριακό που
έχει συγκαλέσει ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στις 27
Απριλίου. Επιμείναμε για μία ακόμα μια φορά στην ανάγκη να συμμετέχει και η
Ευρωπαϊκή Ένωση και οι πενταμερείς να μετατραπούν ουσιαστικά σε αυτό το οποίο
αποκαλούμε 5+1. Και βέβαια με τον Πρόεδρο συμφωνήσαμε ότι στο αυριανό Ευρωπαϊκό
Συμβούλιο οι δύο χώρες μας, όπως και συνολικά η Ένωση, οφείλουν να επιμείνουν
στην αξιόπιστη εφαρμογή της συμφωνημένης από όλους -και αποτυπωμένης και στα
συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου- πολιτικής της διττής προσέγγισης. Αυτού
που αποκαλούμε dual track approach της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην Τουρκία.
Χαιρετίσαμε το
περιεχόμενο της έκθεσης Borrell και τονίσαμε την ανάγκη τα συμπεράσματα να
κινούνται στο ίδιο πνεύμα με τα συμπεράσματα της έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ταυτόχρονα, τόσο ο Πρόεδρος όσο κι εγώ θα υπογραμμίσουμε και αύριο την
πραγματικότητα, ότι δηλαδή η τουρκική επιθετικότητα σε βάρος της Κυπριακής
Δημοκρατίας παραμένει, υπονομεύοντας έτσι την Ευρωπαϊκή πορεία της Άγκυρας,
αλλά ουσιαστικά και την επανέναρξη των συζητήσεων για την επίλυση του
Κυπριακού.
Απόδειξη γι’ αυτό η
συνεχιζόμενη άρνηση της Τουρκίας να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις 550 και 789
του Συμβουλίου Ασφαλείας για το καθεστώς των Βαρωσίων. Προς το παρόν, βεβαίως,
στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία έχει αποσύρει τα ερευνητικά, τα
γεωτρητικά της πλοία από τις Κυπριακές θαλάσσιες ζώνες, από την Ελληνική
Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Το γεγονός αυτό δεν είναι ασήμαντο. Ωστόσο,
απομένει να αποδειχθεί εάν θα έχει διάρκεια. Και είναι πραγματικά, όπως έχουμε
πει πολλές φορές, στο χέρι της Τουρκίας να βεβαιώσει εάν πρόκειται για μία
ειλικρινή κίνηση αποκλιμάκωσης της έντασης και συμμόρφωσης με τη διεθνή
νομιμότητα ή εάν πρόκειται για έναν ακόμα παραπλανητικό ελιγμό. Αυτό σημειώνει,
άλλωστε, και η Έκθεση Borrell, στην οποία ήδη αναφέρθηκα. Είτε η Τουρκία θα
ακολουθήσει το δρόμο του Διεθνούς Δικαίου και της προόδου των ευρωτουρκικών
σχέσεων, κάτι το οποίο όλοι ευχόμαστε, κάτι στο οποίο όλοι προσβλέπουμε. Ή εάν
επιλέξει -που το απευχόμαστε- να μείνει στο δρόμο της παραβατικότητας, αυτός
αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε συνέπειες.
Σε κάθε περίπτωση
πάντως, είναι κοινή η θέση η δική μας, της ελληνικής κυβέρνησης, με τον Πρόεδρο
Αναστασιάδη, ότι η στάση της κυβέρνησης της Άγκυρας δεν πρέπει σε καμία περίπτωση
να μας αποπροσανατολίσει από τον δικό μας στόχο, που είναι η επανέναρξη των
διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό και όπως είχα την ευκαιρία να τονίσω και στην
επίσκεψη που έκανα στη Λευκωσία, πάντα στο πλαίσιο του Οργανισμού Ηνωμένων
Εθνών: Πάντα στη βάση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, μία διεθνή
προσωπικότητα, μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια, όπως ορίζουν άλλωστε οι
δεσμευτικές για όλους αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού
Ηνωμένων Εθνών.
Συνεπώς, δεν νομίζω
ότι χρειάζεται να επαναλάβω ότι οι αξιώσεις περί δήθεν λύσης δύο κρατών
βρίσκονται εκτός πλαισίου Ηνωμένων Εθνών, απορρίπτονται χωρίς συζήτηση από την
Ελλάδα, από την Κύπρο, βρίσκονται όμως και εκτός του πλαισίου της ίδιας της
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίθετα, με τον φίλο Νίκο επιβεβαιώσαμε και πάλι την κοινή
μας θέση για την κατάργηση του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων και την
πλήρη αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων από το νησί.
Τέλος, σε ό,τι αφορά
τις σχέσεις Ελλάδος - Τουρκίας, να επαναλάβω για ακόμα μία φορά τη θέση μας:
Επιθυμούμε καλές σχέσεις με τους γείτονές μας, πάντα με ανοιχτούς τους διαύλους
επικοινωνίας, αλλά για έναν ειλικρινή διάλογο που θα βασίζεται στο Διεθνές
Δίκαιο, στις συνθήκες, στους κανόνες ειρηνικής συνύπαρξης και καλής γειτονίας.
Χωρίς απειλές, χωρίς προκλήσεις, χωρίς επιθετικές ενέργειες. Γιατί, όπως έχω
τονίσει πολλές φορές, η Ελλάδα δεν εκφοβίζει κανέναν, αλλά ούτε και φοβάται
κανέναν. Παραμένει ειλικρινής, χωρίς να είναι αφελής.
Φίλε Πρόεδρε, καλώς
ήρθες και πάλι στην Αθήνα και ευχαριστώ εσένα και τη σύζυγό σου που τιμάτε,
έρχεστε μαζί μας να τιμήσουμε από κοινού, αυτή την ξεχωριστή επέτειο για τον
ελληνισμό.
Νίκος Αναστασιάδης: Φίλε Πρωθυπουργέ, αγαπητέ μου Κυριάκο, είναι πραγματικά ιδιαίτερη
συγκίνηση που βρίσκομαι στην ελληνική πρωτεύουσα ύστερα από την τιμητική
πρόσκληση να συνεορτάσουμε και να τιμήσουμε τον ελληνικό λαό 200 χρόνια μετά
την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα του 1821. Έναν αγώνα από τον οποίο η
Κύπρος δεν απείχε, συμμετείχε ενεργά, υπέστη θυσίες, αλλά και από τον οποίο
εμπνέεται προκειμένου να απαλλαγεί 46 χρόνια μετά από τον ίδιο ζυγό.
Όχι μόνο για τον
ελληνισμό της Κύπρου αλλά και για τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας.
Αυτό που επιδιώκουμε και έχουμε
διαπιστώσει μαζί, είναι πως μια δίκαιη και βιώσιμη αλλά ιδιαίτερα λειτουργική
λύση του Κυπριακού θα διασφαλίσει τα συμφέροντα του συνόλου του κυπριακού λαού
είτε για Ελληνοκύπριους, είτε για Τουρκοκύπριους. Εξάλλου είναι καλά γνωστό πως
για αιώνες ζήσαμε μαζί ειρηνικά, συνδημιουργήσαμε και δυστυχώς τα όσα
επεσυνέβησαν έχουν δημιουργήσει μια άλλη κατάσταση πραγμάτων, που δεν αφορά
τόσο τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων αλλά της συγκεκριμένης δύναμης, δηλαδή της
Τουρκίας.
Κυρίες και κύριοι,
κατά τη σημερινή συνάντηση με τον Πρωθυπουργό -μια απόλυτα δημιουργική
συνάντηση- δύο ήταν τα θέματα. Η άτυπη διάσκεψη που θα γίνει στη Γενεύη 27 με
29 Απριλίου και βεβαίως το επικείμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, προκειμένου να
συντονιστούμε, από κοινού να αναλάβουμε δράσεις, έτσι ώστε να διασφαλίσουμε
πρώτον την επιτυχία της διάσκεψης. Μια επιτυχία που θα σήμανε τη δημιουργία των
απαραίτητων προϋποθέσεων έτσι ώστε να δοθεί η ευκαιρία στο Γενικό Γραμματέα να
συγκαλέσει μια νέα σύνοδο για την Κύπρο που θα μας οδηγούσε σε μια λύση, όπως
ακριβώς περιγράφεται, είτε στην κοινή δήλωση των δύο ηγετών στην παρουσία του
Γενικού Γραμματέα στις 25 Νοέμβρη του 2019 στο Βερολίνο, που καθόριζε τις
παραμέτρους μέσα στις οποίες θα κινηθούμε. Μια θέση που συμπίπτει και με τις
δικές μας σημερινές και διαχρονικές διαπιστώσεις αλλά και κοινές θέσεις. Και
που, επαναλαμβάνω, δεν θα αποκλίνει από τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών που
θέλουν την μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σ’ ένα βιώσιμο, σ’ ένα
λειτουργικό για να είναι και βιώσιμο κράτος, που την ίδια ώρα, βεβαίως, δεν θα
παρεκκλίνει από τις βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήμασταν και θα
παραμείνουμε κράτος-μέλος και συνεπώς δεν μπορεί την ίδια ώρα μέσα από μία λύση
να παραγνωρίζουμε το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Δεν θα επεκταθώ
περαιτέρω. Με κάλυψε πλήρως ο φίλος Πρωθυπουργός. Αυτό που θα ήθελα να πω είναι
και η σύμπτωση θέσεων όσον αφορά τη διαχείριση των θεμάτων που είναι στην
ημερήσια διάταξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Αυτό που από κοινού συμφωνήσαμε
είναι πως η οποιαδήποτε απόφαση ή οι αποφάσεις ή ανακοινωθέν -δοθέντος ότι
είναι άτυπο το Συμβούλιο- θα πρέπει να είναι απόλυτα συναρτημένο και απόλυτα
συνεπές με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Προέδρου κυρίας Ursula von
der Leyen, και βεβαίως του Υπάτου Εκπροσώπου, του κυρίου Borrell.
Θέλω να πιστεύω ότι
θα επιτευχθεί εκείνη η συναίνεση που, χωρίς να παραγνωρίζουμε την ανάγκη καλών
σχέσεων με την Τουρκία, θα επιτρέψει τον προβληματισμό στην τουρκική πρωτεύουσα
πως επιτέλους αν θέλουν να συμβαδίσουν και να πλησιάσουν την Ευρώπη θα πρέπει
να είναι έτοιμοι και να προσαρμοστούν με αρχές, αξίες και προϋποθέσεις που η Ευρωπαϊκή Ένωση θέτει,
προκειμένου να επιτευχθεί μία ειρήνη, μία εάν θέλετε εξομάλυνση σχέσεων που θα
επιτρέπει την επικράτηση της ειρήνης στη Μεσόγειο.
Φίλε Πρωθυπουργέ,
και πάλι σας ευχαριστώ για την πρόσκληση. Είναι μία ιδιαίτερη χαρά κάθε φορά
που είτε επισκέπτεστε, είτε επισκέπτομαι, είτε τηλεφωνικά επικοινωνούμε, που
συντονιζόμαστε. Και αυτό που με ιδιαίτερη ικανοποίηση θέλω να εκφράσω είναι τη
σταθερή στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης στις θέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας,
όχι για να επιτύχουμε μία προς όφελος των Ελληνοκυπρίων λύση παραγνωρίζοντας
τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων, αλλά για να εξομαλύνουμε επιτέλους μία
κατάσταση απαράδεκτη και να βοηθήσουμε ώστε να επικρατήσει, όπως και οι δύο
χώρες πιστεύουν και πρεσβεύουν, την ειρήνη και τη σταθερότητα στη Μεσόγειο.
Ευχαριστώ και πάλι
για την τιμητική πρόσκληση να είμαι μαζί σας στους εορτασμούς, τους
συνεορτασμούς της Ελληνικής Επανάστασης. Χρόνια πολλά στην Ελλάδα, χρόνια πολλά
στους Έλληνες. Ευχαριστώ.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου