Γράφει η Μαρία Σαραλιώτου, δικηγόρος
Ο αλληλόχρεος λογαριασμός αποτελεί ευρύτατα διαδεδομένη πρακτική στις τραπεζικές πιστοδοτήσεις και ιδίως στον βραχυπρόθεσμο δανεισμό των επιχειρήσεων. Στην πράξη, ο αλληλόχρεος λογαριασμός είναι μια λογιστική κατάσταση των συναλλαγών μεταξύ δύο προσώπων (φυσικών ή νομικών) εκ των οποίων τουλάχιστον ένα είναι έμπορος (με την νομική σημασία του όρου) που τηρείται στα πλαίσια της σχετικής σύμβασης [Σύμβαση Αλληλόχρεου Λογαριασμού ή Σύμβαση Ανοικτού (Αλληλόχρεου) Λογαριασμού. Με την σύμβαση αυτή τα δύο συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να συναλλάσσονται τηρώντας έναν ή περισσότερους λογαριασμούς στους οποίους καταγράφονται οι μεταξύ τους απαιτήσεις.
Ωστόσο, η σύναψη Σύμβασης ενός αλληλόχρεου λογαριασμού εμπεριέχει τον εξής κίνδυνο:Ο ένας εκ των δύο συμβαλλομένων δύναται να καταγγείλει μονομερώς και οποτεδήποτε την Σύμβαση και να απαιτήσει το σύνολο της απαίτησης από τον έτερο συμβαλλόμενο , κοινοποιώντας του μία εξώδικη όχληση . Εαν ο αντισυμβαλλόμενος δεν ανταποκριθεί , τότε δύναται να διεκδικήσει την απαίτηση μέσω της δικαστικής οδού.
Στην πράξη, τα τραπεζικά ιδρύματα προβαίνουν σε καταγγελίες συμβάσεων αλληλόχρεων λογαριασμών που έχουν συνάψει με επιχειρήσεις , όταν θεωρούν πως δεν τους συμφέρει πλεόν να διατηρούν ενεργή την πίστωση προς μία συγκεκριμένη επιχείρηση. Συνήθως , οι τράπεζες καταγγέλουν μέσω εξωδίκου την Σύμβαση , απαιτώντας την εξόφληση του ποσού που υπάρχει στον λογαριασμό, τάσσοντας μία συγκεκριμένη χρονική προθεσμία. Εάν η επιχείρηση δεν κατορθώσει να εξοφλήσει την απαίτηση ή δεν επιτευχθεί συμβιβασμός , η Τράπεζα δύναται να προχωρήσει στην έκδοση διαταγής πληρωμής, δηλαδή μία απόφασης η οποία αναγνωρίζει την απαίτηση της και αποτελεί εκτέλεστό τίτλο , δηλαδή αποτελεί την νομική βάση για την έναρξη πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης (κατασχέσεις, πλειστηριασμοί κινητής και ακίνητης περιουσίας ) σε βάρος των περιουσιακών στοιχείων του επιχειρηματία ή της επιχείρησης .
Το μόνο μέσο άμυνας που διαθέτει ο οφειλέτης , στην συγκεκριμένη περίπτωση η επιχείρηση , είναι η άσκηση ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής. Η ανακοπή αποτελεί ένα ένδικο βοήθημα , το οποίο ασκείται εντός 15 εργασίμων ημερών από την επίδοση της διαταγής πληρωμής , σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 632 παρ. 1 και 2 του ΚπολΔ.Με την ανακοπή αμφισβητείται το σύνολο της απαίτησης που προβάλλεται από την τράπεζα αλλά και επιμέρους κονδύλια , τα οποία εμπεριέχονται στην απαίτηση της Τράπεζας και τα οποία έχουν κριθεί παράνομα από τα Ελληνικά Αστικά Δικαστήρια αλλά και από το Ανώτατο Δικαστήριο της Χώρας , τον Άρειο Πάγο.
Ως λόγοι ανακοπής μπορούν να προταθούν : Η ύπαρξη καταχρηστικων Γενικών όρων Συναλλαγής , που εμπεριέχονται στην Σύμβαση(όπως η πρόβλεψη ασφυκτικά μικρής προθεσμίας για αποπληρωμή της απαίτησης, ασαφείς όροι στην μεταβολή ή την επιβολή του επιτοκίου κ.α). Επίσης, ο επιχειρηματίας μπορεί να αντιπροτείνει πως η Τράπεζα ζητεί κονδύλια , τα οποία ποτέ δεν πιστώθηκαν στον αλληλόχρεο λογαριασμό, αλλά και κονδύλια τα οποία χρεώθηκαν παρανόμως , όπως ο παράνομος ανατοκισμός της εισφοράς του Νόμου 128\1975, που πληρώνουν τα τραπεζικά ιδρύματα στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Η άσκηση εμπρόθεσμης ανακοπής και η παράλληλη επίδοση της προς το τραπεζικό ίδρυμα παρέχει την δυνατότητα υποβολής αίτησης αναστολής της εκτελεστότητας της διαταγής πληρωμής, η οποία ασκείται εντός της ίδιας 15 νθήμερης προθεσμίας που προβλέπεται για την άσκηση της ανακοπής και η οποία εκδικάζεται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Εάν η αίτηση γίνει δεκτή , τότε το τραπεζικό ίδρυμα δεν μπορεί να προχωρήσει σε κατάσχεση ή πλειστηριασμό, έως την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ανακοπής. Ουσιαστικά, η επιχείρηση η ο έμπορος απολαμβάνουν μία προσωρινή δικαστική προστασία έναντι κατασχέσεων και πλειστηριασμών που μπορεί να λάβουν χώρα εκ μέρους της Τράπεζας, έως την έκδοση οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου , το οποίο θα κρίνει την ανακοπή.
Σε περίπτωση που το Δικαστήριο κάνει δεκτή την ανακοπή , η διαταγή πληρωμής ακυρώνεται και το Τραπεζικό ίδρυμα χάνει την δυνατότητα να προβεί σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς εναντίον του αντισυμβαλλομένου , διότι δεν υφίσταται πλέον εκτελεστός τίτλος στον οποίο μπορούν να βασιστούν οι πράξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης. Στην πράξη ,Το επόμενο βήμα της Τράπεζας θα είναι να επιδιώξει την σύναψη συμβιβασμού με τον ανατισυμβαλλόμενο έμπορο , επιδιώκοντας μία λύση κοινής αποδοχής .
Συμπερασματικά, οφείλουμε να τονίσουμε πως σε περίπτωση έκδοσης διαταγής πληρωμής βασισμένης σε σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού , η επιχείρηση εναντίον της οποίας στρέφεται η διαταγή πληρωμής οφείλει να ασκήσει άμεσα ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής , ζητώντας παράλληλα να ανασταλεί προσωρινά και η εκτέλεση της , διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος να βρεθούν αντιμέτωποι με κατασχέσεις και πλειστηριασμούς της κινητής και ακίνητης περιουσίας τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου