Με αφορμή την
υπόθεση NOVARTIS γίνεται συζήτηση εκ νέου για το θεσμό του
«μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος» ή προστατευόμενου μάρτυρα (whistleblower).
Ο θεσμός αυτός
εισήχθη στην Ελληνική έννομη τάξη με τον ν. 4254/2014, με
σκοπό την καταπολέμηση της διαφθοράς, μέσω της ενθάρρυνσης μαρτύρων που
διαθέτουν σχετικές πληροφορίες αλλά διστάζουν να τις καταθέσουν φοβούμενοι
τυχόν αντίποινα.
Ένας μάρτυρας χαρακτηρίζεται
ως «δημοσίου συμφέροντος» όταν, δίχως ο ίδιος να εμπλέκεται ή να έχει όφελος,
διαθέτει κρίσιμες πληροφορίες, που μπορούν να οδηγήσουν στην διαλεύκανση
αδικημάτων διαφθοράς. Ο χαρακτηρισμός λαμβάνει χώρα με πράξη του κατά τόπον αρμόδιου εισαγγελέα ή του εισαγγελέα
εγκλημάτων διαφθοράς, ύστερα από έγκριση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που
εποπτεύει τους εισαγγελείς εγκλημάτων διαφθοράς.
Οι
μάρτυρες αυτοί απολαύουν προνομίων, όπως πχ η αποχή από την άσκηση ποινικής
δίωξης εις βάρος τους εάν υποβληθεί έγκληση, η φύλαξή τους, η απόκρυψη του
ονόματός τους στο στάδιο της κατάθεσης, η μετάθεση/μετάταξη/απόσπαση αν είναι
δημόσιοι υπάλληλοι (ακόμη και χωρίς τη δημοσίευση της απόφασης στο ΦΕΚ), η
μεταβολή στοιχείων ταυτότητας και η μετεγκατάσταση σε άλλη χώρα, ενώ επιπλέον,
οι δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν χαρακτηριστεί «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος»,
δεν παραλείπονται στη διαδικασία προαγωγής, δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε
πειθαρχική διαδικασία ή τιμωρία, δεν απολύονται, δεν υφίστανται δυσμενή διακριτική
μεταχείριση ιδίως σε θέματα υπηρεσιακής εξέλιξης, μετακίνησης ή τοποθέτησης.
Αποτελεί
γενική παραδοχή ότι το έγκλημα έχει αναβαθμιστεί ποιοτικά και ο θεσμός του whistleblower μπορεί
να αποτελέσει ένα «εργαλείο» καταπολέμησης περιπτώσεων οργανωμένου εγκλήματος,
διαφθοράς, τρομοκρατίας κ.ο.κ., στα πλαίσια μιας αποτελεσματικότερης
κατασταλτικής πολιτικής.
Ο αντίλογος στην
περίπτωση αυτή είναι το μέχρι ποιου σημείου η σκοπιμότητα καταπολέμησης του
εγκλήματος, μπορεί να υπερκεράσει τη νομιμότητα και να κάμψει βασικές αρχές του
σύγχρονου, νομικού μας πολιτισμού.
Ορθά η Συντονιστική
Επιτροπή της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος στην από 26-2-2018
ανακοίνωσή της επισημαίνει ότι: «Η
ελληνική έννομη τάξη όμως, αποκλίνει περαιτέρω από τις επιταγές του ευρωπαϊκού
δικαίου και της νομολογίας του ΕΔΔΑ, για τις προϋποθέσεις και τον βαθμό
επιτρεπτής αποδεικτικής αξιοποίησης των καταθέσεων προστατευόμενων μαρτύρων
δημοσίου συμφέροντος.
Επισημαίνεται ότι, είναι διαφορετικό ζήτημα η προστασία
του μάρτυρα, που αποδεδειγμένα κινδυνεύει, από την προστασία του «κρυφού»
μάρτυρα, που μπορεί να προβαίνει ανέλεγκτα σε καταθέσεις, χωρίς δυνατότητα
ελέγχου της αξιοπιστίας του και χωρίς συνέπειες για τον ίδιο. Ο θεσμός του
«κρυφού» μάρτυρα είναι αντίθετος με τις αρχές του νομικού μας πολιτισμού,
προσβάλει τα ανθρώπινα δικαιώματα και παραβιάζει τις αρχές της δίκαιης δίκης.»
Προσωπικά θεωρώ ότι όπως
σε κάθε περίπτωση σύγκρουσης συνταγματικά αναγνωρισμένων δικαιωμάτων, η λύση
που θα επιλεγεί δεν θα πρέπει να είναι αυτή της κάμψης του ενός χάριν του
άλλου, αλλά η πρακτική εναρμόνισή τους, να βρεθεί δηλαδή τρόπος, ώστε και ο
μάρτυρας να προστατεύεται από τυχόν αντίποινα και διώξεις, αλλά και ο νομικός
μας πολιτισμός να παραμείνει σε υψηλά, ευρωπαϊκά επίπεδα, δίχως εκπτώσεις στο
ιερό δικαίωμα της υπεράσπισης του κατηγορούμενου, που προφανώς περιλαμβάνει και
το ειδικότερα δικαίωμα αντεξέτασης του μάρτυρα κατηγορίας, γνώσης της
ταυτότητας και ιδιότητάς του, ώστε να είναι δυνατό να γίνει εκτίμηση της
αξιοπιστίας του κ.ο.κ.
Συνεπώς, εφόσον ο
θεσμός του προστατευόμενου μάρτυρα εισήχθη στη χώρα, ως διεθνή υποχρέωση, θα
πρέπει να γίνει πολύ προσεκτική αξιοποίησή του, με μέτρο και αξιολόγηση των όσων καταθέτουν τα πρόσωπα αυτά, όσων
αφορά στην αποδεικτική τους ισχύ.
Περαιτέρω, η αναγκαιότητα
εισαγωγής του θεσμού δεν αποτελεί τίποτα λιγότερο, παρά την ομολογία του
σύγχρονού κράτους ότι αδυνατεί να προστατεύσει με τις δομές του κρίσιμους
μάρτυρες σε σημαντικές υποθέσεις.
Η αδυναμία όμως αυτή
δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία προκειμένου να οδηγηθούμε, σταδιακά και με
την σιωπηρή αποδοχή μιας φοβισμένης κοινωνίας, από ένα κράτος δικαίου σε ένα
κράτος που χρησιμοποιεί αθέμιτα μέσα καταστολής χάριν επίτευξης κάποιας σκοπιμότητας,
πολύ δε περισσότερο, να χρησιμοποιούνται τέτοιες διαδικασίες στην πολιτική
αντιπαλότητα, προς εκτόξευση λάσπης και διασυρμό του πολιτικού αντιπάλου .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου