Το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ με πιθανότατο συνεπακόλουθο τη διάλυση της Ευρωζώνης εξακολουθεί να θεωρεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την κερδοφορία των επιχειρήσεων και γενικότερα για την παγκόσμια οικονομία η Economist Intelligence Unit, μονάδα ερευνών του ομίλου Economist.
Σε σχετική έκθεσή της, η ΕΙU αναγνωρίζει πως η συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές περιορίζει τον κίνδυνο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Υπογραμμίζει, όμως, ότι εξακολουθεί να θεωρεί ορατό τον κίνδυνο ενός Grexit καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσει τους όρους που συνοδεύουν τη συμφωνία. Ακολουθεί τη γνώριμη επιχειρηματολογία, πως σε περίπτωση ενός Grexit δεν θα θεωρείται πλέον αμετάκλητη η ένταξη μιας χώρας στην Ευρωζώνη, οπότε «θα στραφεί η προσοχή σε άλλες υπερχρεωμένες χώρες». Μια συνεπακόλουθη έξοδος και άλλων χωρών από την Ευρωζώνη μπορεί να αποτελέσει αποσταθεροποιητικό παράγοντα για την παγκόσμια οικονομία. Οι χώρες που θα εγκαταλείψουν το ευρώ θα προχωρήσουν σε μεγάλες υποτιμήσεις των νομισμάτων τους και δεν θα μπορούν να εξυπηρετήσουν το χρέος τους, οπότε θα υποστεί τεράστιες ζημίες το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και θα βυθιστεί σε ύφεση η παγκόσμια οικονομία.
Παράλληλα, η πτώση των τιμών των εμπορευμάτων και ειδικότερα του πετρελαίου εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους για τις αναδυόμενες οικονομίες που είχαν αποτελέσει κύριο μοχλό της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης επί 10 και πλέον χρόνια, αλλά τα τελευταία δύο επιβραδύνουν σημαντικά. Το φθηνό πετρέλαιο και τα φθηνά εμπορεύματα μειώνουν τα εισοδήματα χωρών της Λατινικής Αμερικής, της Μέσης Ανατολής και της υποσαχάριας Αφρικής, όσων χωρών είχαν κατεξοχήν επωφεληθεί την περασμένη δεκαετία χάρη όταν στη μεγάλη ζήτηση από την Κίνα, που οδήγησε σε σημαντική άνοδο τις τιμές των εμπορευμάτων. Η αναμενόμενη, άλλωστε, αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ θα εντείνει την πίεση στα νομίσματα των αναδυόμενων οικονομιών, θέτοντας σε δεινή θέση τις επιχειρήσεις των χωρών αυτών που έχουν δανειστεί σε σκληρό νόμισμα.
Οπως υπογραμμίζει η ΕΙU, σε περίπτωση πτώχευσης αναδυόμενης οικονομίας ή επιχείρησης αναδυόμενης οικονομίας, θα ακολουθήσουν μαζικές πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων των αναδυόμενων οικονομιών. Δεδομένου, άλλωστε, ότι ο μεταποιητικός τομέας και το λιανικό εμπόριο σε Ευρώπη και ΗΠΑ εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη ζήτηση του αναδυόμενου κόσμου, οι τομείς αυτοί θα πληγούν από μια επιβράδυνση των αναδυόμενων οικονομιών πολύ περισσότερο από όσο πριν από μερικές δεκαετίες. Σε ό,τι αφορά την Κίνα, η ΕΙU εκφράζει ανησυχία για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το Πεκίνο στην προσπάθειά του να αναδιαρθρώσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα των περιφερειών αλλά και τους κινδύνους από μια ενδεχόμενη κατάρρευση των κινεζικών χρηματιστηρίων και των τιμών των ακινήτων. Μολονότι αναμένεται η πρώτη αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ ύστερα από σχεδόν μια δεκαετία, η ΕΙU εκτιμά πως θα είναι πολύ πιο αργή η πορεία προς μια περιοριστική νομισματική πολιτική στη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Επισημαίνει, ωστόσο, ότι όπως πάντα συμβαίνει σε περιπτώσεις ανόδου των αμερικανικών επιτοκίων, θα πληγούν στον μέγιστο βαθμό αναδυόμενες οικονομίες με μεγάλα δημοσιονομικό ελλείμματα και ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών.
Ιδιαίτερα ευάλωτες είναι οι Τουρκία, Νότιος Αφρική, Ρωσία και Βενεζουέλα, που θα πληγούν από μαζικές εκροές κεφαλαίων καθώς οι επενδυτές θα εγκαταλείψουν τις επισφαλείς αγορές και θα στραφούν στις καλές αποδόσεις που τους υπόσχεται μια άνοδος των επιτοκίων στις ΗΠΑ. Το πιθανότερο αποτέλεσμα θα είναι μια υποτίμηση των νομισμάτων των αναδυόμενων χωρών, που θα αντιδράσουν αυξάνοντας τα επιτόκια με συνεπακόλουθο, βέβαια, την επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Σε σχετική έκθεσή της, η ΕΙU αναγνωρίζει πως η συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές περιορίζει τον κίνδυνο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Υπογραμμίζει, όμως, ότι εξακολουθεί να θεωρεί ορατό τον κίνδυνο ενός Grexit καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσει τους όρους που συνοδεύουν τη συμφωνία. Ακολουθεί τη γνώριμη επιχειρηματολογία, πως σε περίπτωση ενός Grexit δεν θα θεωρείται πλέον αμετάκλητη η ένταξη μιας χώρας στην Ευρωζώνη, οπότε «θα στραφεί η προσοχή σε άλλες υπερχρεωμένες χώρες». Μια συνεπακόλουθη έξοδος και άλλων χωρών από την Ευρωζώνη μπορεί να αποτελέσει αποσταθεροποιητικό παράγοντα για την παγκόσμια οικονομία. Οι χώρες που θα εγκαταλείψουν το ευρώ θα προχωρήσουν σε μεγάλες υποτιμήσεις των νομισμάτων τους και δεν θα μπορούν να εξυπηρετήσουν το χρέος τους, οπότε θα υποστεί τεράστιες ζημίες το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και θα βυθιστεί σε ύφεση η παγκόσμια οικονομία.
Παράλληλα, η πτώση των τιμών των εμπορευμάτων και ειδικότερα του πετρελαίου εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους για τις αναδυόμενες οικονομίες που είχαν αποτελέσει κύριο μοχλό της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης επί 10 και πλέον χρόνια, αλλά τα τελευταία δύο επιβραδύνουν σημαντικά. Το φθηνό πετρέλαιο και τα φθηνά εμπορεύματα μειώνουν τα εισοδήματα χωρών της Λατινικής Αμερικής, της Μέσης Ανατολής και της υποσαχάριας Αφρικής, όσων χωρών είχαν κατεξοχήν επωφεληθεί την περασμένη δεκαετία χάρη όταν στη μεγάλη ζήτηση από την Κίνα, που οδήγησε σε σημαντική άνοδο τις τιμές των εμπορευμάτων. Η αναμενόμενη, άλλωστε, αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ θα εντείνει την πίεση στα νομίσματα των αναδυόμενων οικονομιών, θέτοντας σε δεινή θέση τις επιχειρήσεις των χωρών αυτών που έχουν δανειστεί σε σκληρό νόμισμα.
Οπως υπογραμμίζει η ΕΙU, σε περίπτωση πτώχευσης αναδυόμενης οικονομίας ή επιχείρησης αναδυόμενης οικονομίας, θα ακολουθήσουν μαζικές πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων των αναδυόμενων οικονομιών. Δεδομένου, άλλωστε, ότι ο μεταποιητικός τομέας και το λιανικό εμπόριο σε Ευρώπη και ΗΠΑ εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη ζήτηση του αναδυόμενου κόσμου, οι τομείς αυτοί θα πληγούν από μια επιβράδυνση των αναδυόμενων οικονομιών πολύ περισσότερο από όσο πριν από μερικές δεκαετίες. Σε ό,τι αφορά την Κίνα, η ΕΙU εκφράζει ανησυχία για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το Πεκίνο στην προσπάθειά του να αναδιαρθρώσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα των περιφερειών αλλά και τους κινδύνους από μια ενδεχόμενη κατάρρευση των κινεζικών χρηματιστηρίων και των τιμών των ακινήτων. Μολονότι αναμένεται η πρώτη αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ ύστερα από σχεδόν μια δεκαετία, η ΕΙU εκτιμά πως θα είναι πολύ πιο αργή η πορεία προς μια περιοριστική νομισματική πολιτική στη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Επισημαίνει, ωστόσο, ότι όπως πάντα συμβαίνει σε περιπτώσεις ανόδου των αμερικανικών επιτοκίων, θα πληγούν στον μέγιστο βαθμό αναδυόμενες οικονομίες με μεγάλα δημοσιονομικό ελλείμματα και ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών.
Ιδιαίτερα ευάλωτες είναι οι Τουρκία, Νότιος Αφρική, Ρωσία και Βενεζουέλα, που θα πληγούν από μαζικές εκροές κεφαλαίων καθώς οι επενδυτές θα εγκαταλείψουν τις επισφαλείς αγορές και θα στραφούν στις καλές αποδόσεις που τους υπόσχεται μια άνοδος των επιτοκίων στις ΗΠΑ. Το πιθανότερο αποτέλεσμα θα είναι μια υποτίμηση των νομισμάτων των αναδυόμενων χωρών, που θα αντιδράσουν αυξάνοντας τα επιτόκια με συνεπακόλουθο, βέβαια, την επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου