Εντυπωσιακή
ήταν η προσέλευση του κόσμου την Τετάρτη 15-1-2014 -παρά τις δυσμενείς καιρικές
συνθήκες- στην 7η εκδήλωση της 18ης περιόδου 2013-14 του Ανοικτού Λαϊκού Πανεπιστήμιου Γιαννιτσών,
που οργανώνεται, όπως πάντα, από την Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία
Γιαννιτσών «Ο Φίλιππος» σε συνεργασία με την ΔΗ.Κ.Ε.Π.Α.Πέλλας. Ο επίκουρος
καθηγητής της νεοελληνικής ιστορίας στο τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. Φωκίων Κοτζαγεώργης στην φιλόξενη αίθουσα του Δημοτικού
Συμβούλιου του Δήμου Πέλλας ανέπτυξε το ενδιαφέρον θέμα: «Από
τον Γαζή Εβρενός στους Ρωμιούς εμπόρους. Η πρώιμη ιστορία των Γιαννιτσών».
Ο ομιλητής, εξαιρετικός γνώστης του ζητήματος
και βαθύς μελετητής της ιστορίας της περιοχής μας τόνισε ιδιαίτερα την ελλιπή
εικόνα που έχουμε για την πρώιμη Οθωμανοκρατία, την δυσκολία της
παλαιοθωμανικής γραφής και την έλλειψη πολλών και αντικειμενικών ιστορικών
πηγών. Ιδιαίτερα αναφέρθηκε στην
παρουσία στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης του Γαζή Εβρενός,
ενός αρνησίθρησκου και γενίτσαρου που
άφησε το στίγμα του, ως κατακτητή, στα
Βαλκάνια. Σχετικά με την καταγωγή του άλλες πηγές τον θέλουν Έλληνα από την
οικογένεια του φρούραρχου της Προύσσας της Βιθυνίας που μεταπήδησε στο
στρατόπεδο των Τούρκων καθώς σάρωναν την Μικρά Ασία με τις επεκτατικές
επιδρομές τους, άλλες πηγές
Έλληνα στρατιωτικό από την Κρήτη και άλλες πηγές υποστηρίζουν ότι έχει Σερβική καταγωγή. Βέβαιο
θεωρείται, πάντως, ότι δεν ήταν
Τούρκος.
Είναι επιστημονικά επιβεβαιωμένο ότι στην πόλη
μας υπήρχε οικισμός, ο οποίος μεγάλωσε το 1384 περίπου με την εγκατάσταση του
Γαζή Εβρενός και της πολυπληθούς οικογένειάς του. Για τον κατακτητή ομιλεί και
ο βυζαντινός συγγραφέας Λαόνικος Χαλκοκονδύλης που τον ονομάζει Βρενέζη. Η
καινούρια πόλη ονομάστηκε Γενιτζέ Βαρδάρι(ι) σε αντίθεση με την Γενισσέα
(Γενιτζέ) του Νέστου της Ξάνθης. Γρήγορα, λόγω της γειτνίασης της με την παρακείμενη Εγνατία οδό, εξελίχθηκε σε
εμπορικό, συγκοινωνιακό και στρατιωτικό κέντρο. Η Οθωμανική σκλαβιά αφήνει
βαθιά το αποτύπωμά της στην περιοχή μας. Το χαράτσι, οι εισφορές σε είδος, οι επαχθείς οικονομικοί
περιορισμοί και οι ποικίλες καταπιέσεις που επέβαλλαν στον χριστιανικό ελληνικό πληθυσμό των γειτονικών
χωριών (υπέρ του 80% των κατοίκων) επέτρεψαν στην γνωστή οικογένεια να
κατασκευάσει διάφορα οικοδομήματα: τζαμί που ανακαινίστηκε από τον Ισκεντέρ
(Αλέξανδρο) μπέη στις αρχές 16
ου
αι.(αν και υπάρχει άποψη ότι ήταν-πριν- χριστιανική εκκλησία), πτωχοκομείο
(ιμαρέτι), λουτρό (χαμάμ) κατά μίμηση των Βυζαντινών, μεγάλο καραβάνσεράι
(πανδοχείο), μαυσωλείο (τουρμπές), σχολείο στοιχειώδους εκπαίδευσης από τον γιο
του τον Αλίμπεη, μαυσωλείο, τέμενος και
λουτρά από τον εγγονό του τον Αχμέτμπεη κ.ά. Σύμφωνα με αναφορά του
Ιωάννη Αναγνώστη (1432-33) στην άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς
Τούρκους επειδή εξοντώθηκαν ή έφυγαν
πολλοί κάτοικοι κι έτσι ερήμωσε η πόλη, ο Σουλτάνος Μουράτ εξανάγκασε
περίπου 1000 Γιαννιτσιώτες να μετακομίσουν στην νεοκαταληφθείσα πόλη,
παρά την θέλησή τους.
Υπάρχουν
μαρτυρίες για την τοπική κοινωνία από τον Ασίκ Μεχμέτ το 1586 αλλά και
από τον Γκαμπριέλε Καβατζά, τον Βενετό πρέσβη, ο οποίος
ευρισκόμενος το 1591 καθ΄ οδόν για την Κων/πολη περιγράφει
την κακότητα των Τούρκων και το πόσο επικίνδυνο είναι κάποιος να κυκλοφορεί τη
νύχτα. Ο δε περιηγητής του 17ου αι.
Εβλιγιά Τσελεμπή αναφέρεται μόνο στις μουσουλμανικές οικογένειες των Γιαννιτσών,
που κατοικούν σε 1500 οικίες, έχουν 17 τεμένη, 1 εκπαιδευτήριο, 7 σχολεία
στοιχειώδους εκπαίδευσης, 3 πτωχοκομεία, 3 λουτρά 1 καραβάνσεράι, 9 χάνια και 1
μπεζεστένι που ήταν κλειστή και ελεγχόμενη αγορά για τρόφιμα, υφάσματα, είδη
οικιακής χρήσης και πολύτιμα είδη. Οι μαζικοί εξισλαμισμοί των γηγενών και ο ερχομός και άλλων Τούρκων
επέτρεψαν την πόλη να επεκταθεί προς τα ΒΔ. Οι Χριστιανοί περιορίστηκαν προς τα
ΒΑ. Η
πόλη μεγαλώνει πληθυσμιακά, αναπτύσσει
περαιτέρω την οικονομική και πολιτισμική δραστηριότητά της και
αναδεικνύει τον αστικό χαρακτήρα της.
Τα Γιαννιτσά
κατοικούνται από μουσουλμάνους αγρότες,
χαμηλόβαθμους στρατιωτικούς, τεχνίτες και μαθητευόμενους, ορισμένους λόγιους, καθώς και από
απελεύθερους της οικογένειας του Εβρενός (δούλοι χριστιανοί που όταν εξισλαμίζονταν, απελευθερώνονταν). Η καλλιέργεια του εύφορου κάμπου, το εμπόριο
του εξαιρετικής ποιότητας καπνού και άλλων προϊόντων επέτρεψαν την έλευση κι
άλλων Ελλήνων στην πόλη, οι οποίοι και δραστηριοποιήθηκαν
επαγγελματικά ως τεχνίτες, έμποροι, κτίστες και ψαράδες (λόγω της λίμνης των
Γιαννιτσών) κυρίως στον χώρο της λεγόμενης-όπως ονομάστηκε μεταγενέστερα-Παλιάς
Αγοράς. Οι αλλόθρησκοι φορολογούμενοι, λοιπόν, παρουσιάζουν αυξητική τάση και
τα έσοδα της κεντρικής τουρκικής διοίκησης,
όπως είναι φυσικό, διευρύνονται.
Με την εφαρμογή
του Τανζιμάτ (μεταρρυθμίσεων)-κατόπιν πίεσης των Μεγάλων Δυνάμεων-στα μέσα του
19ου αι. το χριστιανικό
στοιχείο αναθαρρεύει. Οι Έλληνες αυξάνονται και αγγίζουν το 40% του πληθυσμού.
Χτίζουν με πολλές δυσκολίες και εμπόδια 1 σχολείο και 1 εκκλησία, την κατοπινή
μητρόπολη. Το 1904-1908 ο Μακεδονικός Αγώνας διαμορφώνει το ιστορικό πλαίσιο
της περιοχής και το 1912 ελευθερώνεται η πόλη και η υπόλοιπη Μακεδονία και οι
απόγονοι της μεγάλης οικογένειας του Γαζή Εβρενός-ως εξισλαμισθέντες- αναχωρούν
για την Τουρκία.
Από τότε τα
Γιαννιτσά και η ευρύτερη περιοχή αναπνέουν ελεύθερα τον αγέρα της
ανεξαρτησίας, αναπτύσσονται κοινωνικά
και οικονομικά και δίνουν το δικό τους στίγμα στην ιστορία της σύγχρονης
Ελλάδας.
Λάζαρος Η. Κενανίδης, θεολόγος
δντής 2ου Γυμνάσιου Γιαννιτσών, υποψ.
διδάκτορας Α.Π.Θ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου