24 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974
Aφού με έδεσαν στον τόπο κράτησης μου στην Αγύρτα-Μπογάζι με έβαλαν σε ένα κλοπιμαίο Αυτοκίνητο COMMER και με πήραν πίσω στον Αστυνομικό Σταθμό Κερύνεια όπου τον είχαν επανδρώσει με...
ψευδοαστυνομικούς του Ντεκτάς.
Με κατέβασαν και με οδήγησαν κιάτω από μια μικρή κληματαριά η οποία βρισκόταν δίπλα από το γραφείο παραπόνων, στα δεξιά του. Εκεί μερικοί άγριοι με άρπαξαν από τα πόδια και με έδεσαν στην κληματαριά με τα πόδια ψηλά και τα χέρια μου τα έδεσαν πίσω από την κάθετη σωλήνα της κληματαριάς πισθάγκωνα.
Το κεφάλι μου ακουμπούσε στο έδαφος. Δηλαδή στηριζόμουν στην ουσία από το σβέρκο και το κεφάκι. Κάποιος μου έδωσε μερικές κλωτσιές στην μέση και μετά έφερε μια κουβέρτα από τα κρατητήρια που ήταν δίπλα και μου την έριξε στο πρόσωπο. Η αλήθεια ότι εγώ δεν σκεφτόμουν τίποτα γιατί από τα κτυπήματα στο κεφάλι κατά την μεταφορά μου νόμιζα ότι πετούσα όπως τα πουλιά.
Μου έριξαν και νερό στην κουβέρτα που θα ήταν μάλλον κατούρημα με τον τρόπο που έπεφτε. Με άφησαν εκεί δεν θυμάμαι για πόσο όπου ξαφνικά με έφερε στην πραγματικότητα μια δυνατή κλωτσιά στο πρόσωπο.
Πόνεσα αφάνταστα όπου ακόμη μια κλωτσιά πάλι στο πρόσωπο με έκανε να φωνάζω από τους πόνους. Οι κλωτσιές έπεφταν βροχή και δεν θυμάμαι για πόσο συνέχισε αυτό. Όταν συνήλθα το στόμα μέσα ένοιωθα κάτι σαν πετραδάκια.
Στην ουσία ήταν μερικά δόντια τα οποία δεν μπορούσα να καταπιώ λόγω της στάσης που ήμουνα. Αυτά τα ανακάλυψα όταν με φόρτωσαν ξανά και με πήραν πίσω στην περιβόητη μάντρα στην Αγύρτα-Μπογάζι.
Όταν εκεί είδαν το πρόσωπο μου όλοι φοβήθηκαν από τα αίματα και μου έλεγαν ότι το πρόσωπό μου είχε φουσκώσει από το ξύλο πάρα πολύ και ότι είχα χάσει και αρκετά δόντια. Ανάμεσα στους βασανιστές και ο καρντάσης συνομιλητής για λύση του Κυπριακού. ΦΥΛΑΚΕΣ ΑΔΑΝΩΝ 2 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1974 …… όταν σταμάτησε η φάλαγγα του τρόμου από την Μερσίνα μέχρι τις φυλακές των Αδάνων άρχισαν να κατεβάζουν τους αιχμαλώτους από τα καμιόνια.
Στην ουσία μας πετούσαν έξω όπως τα τσουβάλια. Κατά την διαδρομή από την Μερσίνα μέχρι τα Άδανα χιλιάδες άγριοι μας περίμεναν σε κάθε χωριό όπου τα αυτοκίνητα έκαναν ξεπίτηδες στάση για να μπορέσουν οι άγριοι της Ανατολίας να μας φτύσουν, να μας δείρουν, να μας λογχίσουν με τα μαχαίρια τους και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς.
Σε κάποια στιγμή έφτασε και η σειρά του αυτοκινήτου που βρισκόμουν να ξεφορτωθεί. Μας τραβούσαν ένα ένα δύο τρία άτομα και μας πετούσαν κάτω, Εκεί άλλοι άγριοι στρατιώτες μας έβγαζαν τα μαντήλια από τα μάτια και έκοβαν τα σχοινιά από πόδια και χέρια.
Όταν μου έκοψαν τα σχοινιά από τα χέρια τα οποία ήταν δεμένα σφικτά πισθάγκωνα και έπεσαν στο πλάι τα χέρια μου είδα τους καρπούς μου πρησμένους και κομμάτια σχοινί μέσα στις σάρκες.
Τα σημάδια υπάρχουν μέχρι σήμερα.
Μας οδηγούσαν με ξύλο και κοντακιές στην είσοδο των φυλακών όπου οι ηλίθιοι μας έκαναν και σωματική έρευνα. Μετά ο διερμηνέας πάντα ανάμεσα σε ξύλο και κοντακιές μας έλεγε ότι θα ακολουθούμε τον διάδρομο τρέχοντας μέχρι να πάμε στην αυλή όπως μας είπε.
Έτσι και έγινε. Μόλις μπαίναμε μέσα από την είσοδο αρχίζαμε να τρέχουμε όσο φυσικά μπορούσαμε ακολουθούντος ένα διάδρομο όπου περνούσαμε ανάμεσα από στρατιώτες οι οποίοι μας κτυπούσαν βάναυσα και οι φωνές μας πρέπει να ακούγονταν σε όλη την επικράτεια των Αδάνων. Κυριολεκτικά ήταν μια διαδρομή τρόμου, αγωνίας και ξύλου.
Κάποτε φθάσαμε σε μια εσωτερική αυλή των φυλακών όπου μας έβαζαν να καθίσουμε χάμω. Είμαστε 375 άτομα. Τέσσερα άτομα ήταν σε φορεία και ένας 75χρονος ο ποίος συνελήφθη γιατί είχε ένα τατού με την Ελληνική σημαία στο δεξί του χέρι κειμήλιο από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε λίγο όλοι είμαστε εκεί ανάμεσα σε άγρια ζώα με επικεφαλείς κουφιοκεφαλάκηδες αξιωματικούς.
Όλοι είχαμε τα κακά μας χάλια.
Εγώ με πρησμένα χέρια, με πληγωμένα γόνατα από τα οποία έλειπαν κομμάτια από σάρκες και με λειψά δόντια. Και ξαφνικά με άρπαξαν δύο στρατιώτες και με πήραν σε ένα θάλαμο όπου υπήρχε μια βρύση. Μου έδωσαν ένα κουβά και μια κουτάλα και μου έδωσαν να καταλάβω ότι έπρεπε να δώσω νερό σε όλους. Γέμισα τον κουβά και με έβγαλαν έξω και άρχισα να δίνω από μια κουτάλα νερό στον κάθε ένα αιχμάλωτο.
Ήταν το πρώτο νερό μετά από δύο μέρες . Όλοι ήθελαν περισσότερο νερό. Εγώ πηγαινοερχόμουν και γέμιζα τον κουβά ξανά και ξανα και ξανά. Σε κάποια στιγμή έφεραν ακόμη τρείς κουβάδες και τρείς κουτάλες και έτσι όλοι ήπιανε νερό που τόσο είχαν ανάγκη. Μετά το νερό μας έφεραν από μια κουταλιά βραστά φασόλια να φάμε. Έδωσαν στον κάθε ένα από ένα πλαστικό πιάτο και ένα ξύλινο κουτάλι.
Μετά τα φασόλια μας είπαν ότι θα κάνομε μπάνιο και θα μας δώσουν και ρούχα. Βάλανε ένα λάστιχο και το έφεραν στην μέση της αυλής όπου πάλι με φώναξαν και αφού με οδήγησαν στην μέση της αυλής άρχισαν να περνούν ένας ένας και να κάνουν υποτίθεται μπάνιο με κρύο νερό οι αιχμάλωτοι.
Τα ρούχα τους τα έβαζαν σε μια σωρό αφού θα μας έδιναν άλλα. Και ξαφνικά ενώ σχεδόν όλοι είχαν ήδη κάνει μπάνιο και νομίζω είχε μείνει ο Παπά Μπαρής η αυλή γέμισε με δημοσιογράφους. Έβγαζαν φωτογραφίες και έπαιρναν σκηνές από το όλο θέαμα.
Μια φωτογραφία μου ενώ στέκομαι στην μέση της αυλής και κρατούσα το λάστιχο μπήκε πρωτοσέλιδη σε μια τουρκική εφημερίδα. Μου την έδειξε ο διερμηνέας σε μια δυό μέρες μετά από αυτό.
Έφερε την εφημερίδα στον θάλαμο και αφού με φώναξε μου την έδειξε. Μετά από το μπάνιο μας είπαν να βάλομε τα δικά μας ρούχα γιατί δεν θα μας έδιναν άλλα. Έτσι και έγινε. Μετά άρχισε το μαρτύριο της εγγραφής μας στα βιβλία τους.
Έφθασε και η σειρά μου και όταν δεν κατάφεραν να γράψουν το όνομα μου στο βιβλίο μου έδωσαν το βιβλίο να το γράψω μόνος μου με λατινικούς χαρακτήρες φυσικά. Τότες ο διερμηνέας μόλις το διάβασε μου είπε «εσύ έχεις αρχαίο όνομα» και εγώ αφηρημένα τον ρώτησα που το ξέρει και τότες αυτός αγρίεψε και άρχισε να με βρίζει και να με κτυπά.
Μετά μας έβαλαν σε θαλάμους. Είκοσι διπλά ξύλινα κρεβάτια 80 άτομα στον θάλαμο. Κρεβάτια λερωμένα, βρωμισμένα αηδιασμένα. Εγώ δεν βρήκα κρεβάτι και έτσι κοιμόμουνα στο τσιμέντο μέχρι την μεταφορά μας στις φυλακές της Αμάσειας τέλος Αυγούστου.
Μέσα στον θάλαμο υπήρχε μία τρύπα για τις ανάγκες μας χωρίς χαρτί υγείας, χωρίς σαπούνι και χωρίς πετσέτα. Απλά δίπλα από την τρύπα υπήρχε μία βρύση η οποία απείχε από το δάπεδο μια σπιθαμή.
Όταν με χίλια βάσανα δώσαμε στον διερμηνέα να καταλάβει ότοι θέλαμε χαρτί υγείας αυτός απλά μας είπε : «ΜΕ ΤΗΝ ΖΑΒΡΑ ΤΗΝ ΣΙΕΡΑ ΣΑΣ ΝΑ ΠΙΑΝΕΤΕ ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΣΠΑΛΙΑΤΕ ΤΟΝ ΚΟΛΟΝ ΣΑΣ». Έτσι ακριβώς μας είπε και έτσι ακριβώς κάναμε για όσο καιρό είμαστε στην τουρκία.
Χωρίς σαπούνι, χωρίς μια πετσέτα και χωρίς χαρτί υγείας……… Αυτά τα λίγα από το βιβλίο μου λόγω της επετείου ανταλλαγής μας από τις φυλακές της τουρκίας. ΚΑΙ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΤΕ ΟΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟΙ ΒΑΣΑΝΙΣΤΕΣ ΤΟ 1974 ΗΤΑΝ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1) Η μητέρα μου ήταν εγκλωβισμένη στην Κερύνεια.
Όταν σε κάποια στιγμή πήγε να αγοράσει ψωμί από υιον Χουσείνη τούρκο ψωμά της Πάνω Κερύνειας αυτός της είπε; «Έλα να σου δείξω τον γιό σου». Η μητέρα μου τον ρώτησε πως γνωρίζει που είμαι και αυτός της έδειξε την τούρκικη εφημερίδα με την φωτογραφία μου όταν κάναμε μπάνιο στα Άδανα και κρατούσα το λάστιχο. Η μητέρα μου όπως ήταν φυσικό λιποθύμησε. Μετά από τόσα χρόνια μαραζώνει γιατί να μην πάρει την εφημερίδα.
2) Στις φωτογραφίες όπου φαίνονται αιχμάλωτοι να κάθονται ημίγυμνοι και μερικοί άλλοι να σκουπίζουν τα νερά είναι από την πρώτη μέρα στις φυλακές των Αδάνων όπως σας τα περιέγραψα.
3) Στην φωτογραφία που επισυνάπτω φαίνομαι γυμνός να συνεννοούμαι με τον διερμηνέα. 4) Όλα αυτά να τα έχει υπόψη ο καταδότης του ξενοδοχείου.
Κώστας Τζαβέλλας Έλληνας Κερυνειώτης Τραυματίας-Αιχμάλωτος 1974
elas-lyste.blogspot.gr
Aφού με έδεσαν στον τόπο κράτησης μου στην Αγύρτα-Μπογάζι με έβαλαν σε ένα κλοπιμαίο Αυτοκίνητο COMMER και με πήραν πίσω στον Αστυνομικό Σταθμό Κερύνεια όπου τον είχαν επανδρώσει με...
ψευδοαστυνομικούς του Ντεκτάς.
Με κατέβασαν και με οδήγησαν κιάτω από μια μικρή κληματαριά η οποία βρισκόταν δίπλα από το γραφείο παραπόνων, στα δεξιά του. Εκεί μερικοί άγριοι με άρπαξαν από τα πόδια και με έδεσαν στην κληματαριά με τα πόδια ψηλά και τα χέρια μου τα έδεσαν πίσω από την κάθετη σωλήνα της κληματαριάς πισθάγκωνα.
Το κεφάλι μου ακουμπούσε στο έδαφος. Δηλαδή στηριζόμουν στην ουσία από το σβέρκο και το κεφάκι. Κάποιος μου έδωσε μερικές κλωτσιές στην μέση και μετά έφερε μια κουβέρτα από τα κρατητήρια που ήταν δίπλα και μου την έριξε στο πρόσωπο. Η αλήθεια ότι εγώ δεν σκεφτόμουν τίποτα γιατί από τα κτυπήματα στο κεφάλι κατά την μεταφορά μου νόμιζα ότι πετούσα όπως τα πουλιά.
Μου έριξαν και νερό στην κουβέρτα που θα ήταν μάλλον κατούρημα με τον τρόπο που έπεφτε. Με άφησαν εκεί δεν θυμάμαι για πόσο όπου ξαφνικά με έφερε στην πραγματικότητα μια δυνατή κλωτσιά στο πρόσωπο.
Πόνεσα αφάνταστα όπου ακόμη μια κλωτσιά πάλι στο πρόσωπο με έκανε να φωνάζω από τους πόνους. Οι κλωτσιές έπεφταν βροχή και δεν θυμάμαι για πόσο συνέχισε αυτό. Όταν συνήλθα το στόμα μέσα ένοιωθα κάτι σαν πετραδάκια.
Στην ουσία ήταν μερικά δόντια τα οποία δεν μπορούσα να καταπιώ λόγω της στάσης που ήμουνα. Αυτά τα ανακάλυψα όταν με φόρτωσαν ξανά και με πήραν πίσω στην περιβόητη μάντρα στην Αγύρτα-Μπογάζι.
Όταν εκεί είδαν το πρόσωπο μου όλοι φοβήθηκαν από τα αίματα και μου έλεγαν ότι το πρόσωπό μου είχε φουσκώσει από το ξύλο πάρα πολύ και ότι είχα χάσει και αρκετά δόντια. Ανάμεσα στους βασανιστές και ο καρντάσης συνομιλητής για λύση του Κυπριακού. ΦΥΛΑΚΕΣ ΑΔΑΝΩΝ 2 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1974 …… όταν σταμάτησε η φάλαγγα του τρόμου από την Μερσίνα μέχρι τις φυλακές των Αδάνων άρχισαν να κατεβάζουν τους αιχμαλώτους από τα καμιόνια.
Στην ουσία μας πετούσαν έξω όπως τα τσουβάλια. Κατά την διαδρομή από την Μερσίνα μέχρι τα Άδανα χιλιάδες άγριοι μας περίμεναν σε κάθε χωριό όπου τα αυτοκίνητα έκαναν ξεπίτηδες στάση για να μπορέσουν οι άγριοι της Ανατολίας να μας φτύσουν, να μας δείρουν, να μας λογχίσουν με τα μαχαίρια τους και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς.
Σε κάποια στιγμή έφτασε και η σειρά του αυτοκινήτου που βρισκόμουν να ξεφορτωθεί. Μας τραβούσαν ένα ένα δύο τρία άτομα και μας πετούσαν κάτω, Εκεί άλλοι άγριοι στρατιώτες μας έβγαζαν τα μαντήλια από τα μάτια και έκοβαν τα σχοινιά από πόδια και χέρια.
Όταν μου έκοψαν τα σχοινιά από τα χέρια τα οποία ήταν δεμένα σφικτά πισθάγκωνα και έπεσαν στο πλάι τα χέρια μου είδα τους καρπούς μου πρησμένους και κομμάτια σχοινί μέσα στις σάρκες.
Τα σημάδια υπάρχουν μέχρι σήμερα.
Μας οδηγούσαν με ξύλο και κοντακιές στην είσοδο των φυλακών όπου οι ηλίθιοι μας έκαναν και σωματική έρευνα. Μετά ο διερμηνέας πάντα ανάμεσα σε ξύλο και κοντακιές μας έλεγε ότι θα ακολουθούμε τον διάδρομο τρέχοντας μέχρι να πάμε στην αυλή όπως μας είπε.
Έτσι και έγινε. Μόλις μπαίναμε μέσα από την είσοδο αρχίζαμε να τρέχουμε όσο φυσικά μπορούσαμε ακολουθούντος ένα διάδρομο όπου περνούσαμε ανάμεσα από στρατιώτες οι οποίοι μας κτυπούσαν βάναυσα και οι φωνές μας πρέπει να ακούγονταν σε όλη την επικράτεια των Αδάνων. Κυριολεκτικά ήταν μια διαδρομή τρόμου, αγωνίας και ξύλου.
Κάποτε φθάσαμε σε μια εσωτερική αυλή των φυλακών όπου μας έβαζαν να καθίσουμε χάμω. Είμαστε 375 άτομα. Τέσσερα άτομα ήταν σε φορεία και ένας 75χρονος ο ποίος συνελήφθη γιατί είχε ένα τατού με την Ελληνική σημαία στο δεξί του χέρι κειμήλιο από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε λίγο όλοι είμαστε εκεί ανάμεσα σε άγρια ζώα με επικεφαλείς κουφιοκεφαλάκηδες αξιωματικούς.
Όλοι είχαμε τα κακά μας χάλια.
Εγώ με πρησμένα χέρια, με πληγωμένα γόνατα από τα οποία έλειπαν κομμάτια από σάρκες και με λειψά δόντια. Και ξαφνικά με άρπαξαν δύο στρατιώτες και με πήραν σε ένα θάλαμο όπου υπήρχε μια βρύση. Μου έδωσαν ένα κουβά και μια κουτάλα και μου έδωσαν να καταλάβω ότι έπρεπε να δώσω νερό σε όλους. Γέμισα τον κουβά και με έβγαλαν έξω και άρχισα να δίνω από μια κουτάλα νερό στον κάθε ένα αιχμάλωτο.
Ήταν το πρώτο νερό μετά από δύο μέρες . Όλοι ήθελαν περισσότερο νερό. Εγώ πηγαινοερχόμουν και γέμιζα τον κουβά ξανά και ξανα και ξανά. Σε κάποια στιγμή έφεραν ακόμη τρείς κουβάδες και τρείς κουτάλες και έτσι όλοι ήπιανε νερό που τόσο είχαν ανάγκη. Μετά το νερό μας έφεραν από μια κουταλιά βραστά φασόλια να φάμε. Έδωσαν στον κάθε ένα από ένα πλαστικό πιάτο και ένα ξύλινο κουτάλι.
Μετά τα φασόλια μας είπαν ότι θα κάνομε μπάνιο και θα μας δώσουν και ρούχα. Βάλανε ένα λάστιχο και το έφεραν στην μέση της αυλής όπου πάλι με φώναξαν και αφού με οδήγησαν στην μέση της αυλής άρχισαν να περνούν ένας ένας και να κάνουν υποτίθεται μπάνιο με κρύο νερό οι αιχμάλωτοι.
Τα ρούχα τους τα έβαζαν σε μια σωρό αφού θα μας έδιναν άλλα. Και ξαφνικά ενώ σχεδόν όλοι είχαν ήδη κάνει μπάνιο και νομίζω είχε μείνει ο Παπά Μπαρής η αυλή γέμισε με δημοσιογράφους. Έβγαζαν φωτογραφίες και έπαιρναν σκηνές από το όλο θέαμα.
Μια φωτογραφία μου ενώ στέκομαι στην μέση της αυλής και κρατούσα το λάστιχο μπήκε πρωτοσέλιδη σε μια τουρκική εφημερίδα. Μου την έδειξε ο διερμηνέας σε μια δυό μέρες μετά από αυτό.
Έφερε την εφημερίδα στον θάλαμο και αφού με φώναξε μου την έδειξε. Μετά από το μπάνιο μας είπαν να βάλομε τα δικά μας ρούχα γιατί δεν θα μας έδιναν άλλα. Έτσι και έγινε. Μετά άρχισε το μαρτύριο της εγγραφής μας στα βιβλία τους.
Έφθασε και η σειρά μου και όταν δεν κατάφεραν να γράψουν το όνομα μου στο βιβλίο μου έδωσαν το βιβλίο να το γράψω μόνος μου με λατινικούς χαρακτήρες φυσικά. Τότες ο διερμηνέας μόλις το διάβασε μου είπε «εσύ έχεις αρχαίο όνομα» και εγώ αφηρημένα τον ρώτησα που το ξέρει και τότες αυτός αγρίεψε και άρχισε να με βρίζει και να με κτυπά.
Μετά μας έβαλαν σε θαλάμους. Είκοσι διπλά ξύλινα κρεβάτια 80 άτομα στον θάλαμο. Κρεβάτια λερωμένα, βρωμισμένα αηδιασμένα. Εγώ δεν βρήκα κρεβάτι και έτσι κοιμόμουνα στο τσιμέντο μέχρι την μεταφορά μας στις φυλακές της Αμάσειας τέλος Αυγούστου.
Μέσα στον θάλαμο υπήρχε μία τρύπα για τις ανάγκες μας χωρίς χαρτί υγείας, χωρίς σαπούνι και χωρίς πετσέτα. Απλά δίπλα από την τρύπα υπήρχε μία βρύση η οποία απείχε από το δάπεδο μια σπιθαμή.
Όταν με χίλια βάσανα δώσαμε στον διερμηνέα να καταλάβει ότοι θέλαμε χαρτί υγείας αυτός απλά μας είπε : «ΜΕ ΤΗΝ ΖΑΒΡΑ ΤΗΝ ΣΙΕΡΑ ΣΑΣ ΝΑ ΠΙΑΝΕΤΕ ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΣΠΑΛΙΑΤΕ ΤΟΝ ΚΟΛΟΝ ΣΑΣ». Έτσι ακριβώς μας είπε και έτσι ακριβώς κάναμε για όσο καιρό είμαστε στην τουρκία.
Χωρίς σαπούνι, χωρίς μια πετσέτα και χωρίς χαρτί υγείας……… Αυτά τα λίγα από το βιβλίο μου λόγω της επετείου ανταλλαγής μας από τις φυλακές της τουρκίας. ΚΑΙ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΤΕ ΟΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟΙ ΒΑΣΑΝΙΣΤΕΣ ΤΟ 1974 ΗΤΑΝ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1) Η μητέρα μου ήταν εγκλωβισμένη στην Κερύνεια.
Όταν σε κάποια στιγμή πήγε να αγοράσει ψωμί από υιον Χουσείνη τούρκο ψωμά της Πάνω Κερύνειας αυτός της είπε; «Έλα να σου δείξω τον γιό σου». Η μητέρα μου τον ρώτησε πως γνωρίζει που είμαι και αυτός της έδειξε την τούρκικη εφημερίδα με την φωτογραφία μου όταν κάναμε μπάνιο στα Άδανα και κρατούσα το λάστιχο. Η μητέρα μου όπως ήταν φυσικό λιποθύμησε. Μετά από τόσα χρόνια μαραζώνει γιατί να μην πάρει την εφημερίδα.
2) Στις φωτογραφίες όπου φαίνονται αιχμάλωτοι να κάθονται ημίγυμνοι και μερικοί άλλοι να σκουπίζουν τα νερά είναι από την πρώτη μέρα στις φυλακές των Αδάνων όπως σας τα περιέγραψα.
3) Στην φωτογραφία που επισυνάπτω φαίνομαι γυμνός να συνεννοούμαι με τον διερμηνέα. 4) Όλα αυτά να τα έχει υπόψη ο καταδότης του ξενοδοχείου.
Κώστας Τζαβέλλας Έλληνας Κερυνειώτης Τραυματίας-Αιχμάλωτος 1974
elas-lyste.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου